Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

Περί Όσκαρ υποτιτλισμού...

Κι όταν, που λες, βαράς κάτι 12ωρα υποτιτλίζοντας, κάποια στιγμή θολώνει το μυαλό, φεύγει κι αρχίζει και φτιάχνει εικόνες: 


Απονομή Όσκαρ εν έτει 2040, ξέρω γω. Κάθε εταιρεία και τραπέζι. Κάθε τραπέζι και 20-30 μεταφραστές. Μαζί με τις καρέκλες πάνω στις οποίες δουλεύουμε, διότι η επιστήμη προχωρά μεν, αλλά δεν κάνει και ταχυδακτυλουργικά να πούμε. Δεν έχει γίνει ακόμα η πρώτη επέμβαση αποκόλλησης καρέκλας από οπίσθια υποτιτλιστή. Είμαστε όλοι εκεί, λοιπόν, με τις καρεκλίτσες μας, με τα χεράκια μας σε ορθή γωνία, διότι δεν λυγίζουν πια, άπλυτοι, με φόρμες και με μία διάχυτη τσιγαριλο-καφεΐνη να αναδύεται απ' το λιγδιασμένο δέρμα μας, συγκρίνουμε κοκτέιλ παυσίπονων και μυοχαλαρωτικών και ανταλλάσσουμε απόψεις για τενοντίτιδες, καρπιαίους σωλήνες και αυχενικά. Όλα αυτά κοιτώντας πάντα ευθεία, διότι δεν λυγίζει ο αυχένας, δεν γυρνάει. Πάμε ΠΑΝΤΑ και ΜΟΝΟΝ ευθεία.

Την ώρα που δείχνουν τους υποψήφιους - μέσα στους οποίους ΕΝΝΟΕΙΤΑΙ πως είμαι, καθώς διαθέτω άσπιλο και δημιουργικότατο μεταφραστικό προφίλ (Insert audience laughing sound effect) - δείχνει στο βιντεάκι την τραπεζαρία που δουλεύω και το set up που είναι ΙΔΙΟ ΕΠΙ ΔΕΚΑ ΧΡΟΝΙΑ: κέντρο: λάπτοπ, αριστερά: δίλιτρο νερό, κούπα τρίλιτρη καφές, τασάκι, μια μπετονιέρα τσιγάρα, αναπτήρας, δεξιά: σημειωματάριο όπου ΟΥΤΕ ΕΓΩ δεν βγάζω τι έχω γράψει (κάτι ορνιθοσκαλίσματα τύπου: να πάω στον 345 πριν να δω μήπως, να τσεκάρω consistency με το προχθεσινό) κι ένα στιλό (BIC, το κίτρινο με τη λεπτή μύτη) το καπάκι του οποίου δεινοπαθεί και τεστάρει την αντοχή των όποιων δοντιών μού έχουν απομείνει μετά από τα τόσα χρόνια οδοντοτριγμών. Το πλάνο μέσα από καπνούς τσιγάρου, τόσο για τον ρεαλισμό του πράγματος, όσο και για εφέ. Μουσική υπόκρουση: Clint Mansel (οι οσκαρικοί πάμε δυο-δυο)

Κι ανακοινώνεται ο νικητής και, ω, τι έκπληξη, ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ! Αεροχειροκροτώ (κατά το αερογαμώ) ευγενικά τους έτερους υποψηφίους, αλλά τα μάτια μου λένε: EAT MY DUST, I'M THE QUEEN. Έρχονται να με πάνε με την καρέκλα ως άλλη Κλεοπάτρα στη σκηνή. Δεν βγάζω χαρτάκι, το 'χω κάνει πρόβα! Ευχαριστώ εκ βαθέων καρδίας τον γκούγκλη, τη nespresso και την golden virginia, συγχαίρω τους συναδέλφους μου για τη δημιουργικότητα και την αντοχή τους κι αφήνω ένα δάκρυ να πέσει για την αναγνώριση της προσφοράς μου. Ταπεινά πάντα. Κι έπειτα κλείνω εσπευσμένα, ενημερώνοντας την αίθουσα ότι πρέπει να παραδώσω 10 επεισόδια σε 7 μέρες και δυστυχώς δεν θα παραστώ στο after party. Ούτε στο κρεβάτι μου δεν παίζει να παραστώ. Νταξ, κουζίνα-μπάνιο είναι αδιαπραγμάτευτα, κι ας συμβαίνουν τις πιο απίθανες ώρες της μέρας.

Και μετά ξυπνάει το μυαλό απ' το όνειρο και πάει να γράψει αυτήν εδώ τη μαλακιούλα για να ξελαμπικάρει λίγο. Αλλά ίσως και γιατί προσφάτως έμαθε ότι κάποιες εταιρείες δεν βάζουν ΚΑΝ το όνομα του μεταφραστή στο τέλος (σε αντίθεση με τις άλλες που το βάζουν εκεί που δεν το βλέπει ο ήλιος) και σκέφτεται πως αν δεν αναγνωρίζει η ίδια η εταιρεία τη δουλειά σου, περιμένεις να το κάνει άλλος; Ουδείς, ποτέ, για κανέναν λόγο. Δεν πειράζει, όμως. Ξέρεις γιατί; Γιατί το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων που την κάνουν, την κάνουν επειδή την αγαπούν. Εύχομαι όλοι σας να έχετε την τύχη να αγαπάτε τη δουλειά που σας συντηρεί. Κι ας μην πάρετε ποτέ Όσκαρ. Κι ας σας κράζουν μόνο για τα λάθη σας. Κι ας μη σας πει ποτέ κανείς ένα "μπράβο, ρε φίλε, τι ΓΑΜΑΤΗ απόδοση ήταν αυτή;". Αρκεί που θα την αγαπάτε και θα σας συντηρεί.

Μετά τιμής,
Η φαντασιόπληκτη οσκαρική υποτιτλίστρια <3

Πέμπτη 4 Μαΐου 2017

Περί κατακρεούργησης της γλώσσας

Δεν είναι ντροπή να μην ξέρεις να γράφεις ΣΩΣΤΑ Ελληνικά, δεν είναι ντροπή που δεν τα έμαθες, ρε παιδί μου. Ντροπή ξέρεις τι είναι; Να είσαι ημιμαθής και να το παίζεις τέλειος. Θα έπρεπε δηλαδή να ντρέπεσαι, αλλά όχι μόνο δεν ντρέπεσαι, παρά μας τα μοστράρεις πλέον ως σοφά λόγια στο φουμπού να τα καμαρώσουμε. Ως εκ τούτου, ντροπή δεν είναι ούτε η άγνοια. Αλλά είναι κρίμα που ΕΣΤΩ ο περίγυρος δε σε διορθώνει, βρε αδερφέ, για να μάθεις. Να σου πει, ας πούμε, "Κοπελιά, μην ευχαριστείς τον ΚΥΡΙΟ ΓΚΑΤΣΟ που δέχτηκε το αίτημά σου για τη σελίδα του, δεν το δέχτηκε εκείνος προσωπικά. Διότι έχουν ΨΟΦΗΣΕΙ ΚΑΙ ΤΑ ΣΚΟΥΛΗΚΙΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΦΑΓΑΝ". Ή να σου πει, "Όχι, Νότα. Η Νορμανδία ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΧΩΡΑ δίπλα στη Φινλανδία, είναι περιοχή της Βόρειας Γαλλίας". 

Ακολουθεί μικρό απόσπασμα της προσωπικής συλλογής παρόμοιων διαμαντιώνΕ, και για το τέλος ένα ΠΙΚΡΟΧΟΛΟ - όπως πάντα - σχόλιο της υποφαινόμενης πικρόχολης μπίτσας. 

- "Καλημέρα σε όλους όπου κι αν βρίσκονται". Το κορίτσι δεν κάνει διακρίσεις. Καλημερίζει ΚΑΙ τη Λαπωνία ΚΑΙ το Λιόπεσι ΚΑΙ την Ανδρομέδα ΚΑΙ τα Διαβατά ΚΑΙ το Βερολίνο ΚΑΙ την Κάτω Παναγιά. Και μιας που είμαστε στις "καλημερο-καλησπερο-καλό δείλι, φιλαράκια μου" φάσεις, άλλο ένα...

-"Καλησπέρα σε όλους και όχι μόνο". Εδώ η πικρόχολη μπίτσα δεν έχει σχόλιο. Έχει σιωπή. Ακαμψία. Στράβωμα στόματος. Και πάρεση...

- "Eγώ ως Μαρία πιστεύω...". Το Μαράκι έχει όλη την καλή διάθεση να μας ενημερώσει ως ποια προσωπικότητα εκφράζει άποψη, μην τυχόν και μπερδευτούμε και την περάσουμε για καμία άλλη.

- "Thank you", "Nothing". (Συνηθισμένη στιχομυθία Ελλήνων στο εξωτερικό, η συλλογή μου το έχει σε πολλαπλά αντίγραφα, ανταλλάσσω με κάτι συλλεκτικό, πληροφορίες εντός).

- "Εμένα ο Σάκης στο Άξιον Εστί του Μίκη μού άρεσε πολύ". Εσένα ο Σάκης, μανίτσα, θα σου άρεσε και τον τηλεφωνικό κατάλογο να τραγουδούσε, αλλά το Άξιον Εστί είναι του Ελύτη, εντάξει; 

- "Διακηδεύονται τα συμφέροντά μας". Πριν δια-κηδευτούν βέβαια τα δια-μοιρολογάνε, τα δια-μυρώνουν και τα δια-τοποθετούν στη δια-κάσα. Και δια-ζωή και δια-εμάς.

- "Ότι επιθυμείς". Αν έπαιρνα ένα ευρώ για κάθε φορά που το έχω διορθώσει, τώρα θα ήμανε στις Νήσους Κέιμαν να μαυρίζω το κορμί ανάμεσα σε μπανανόκαρύδες, αλλά είναι όλοι τους σπαγγοραμένοι!

- "Η 21 έτους κόρη μου". Διότι η κόρη είναι 20 ετών και ενός έτους, κατάλαβες; Οπότε, εν συντομία, 21 έτους. Αυτό.

- "Πόσο χρονώ είσαι; Πόσο χρονών είσαι; Πόσων χρονών" Μη σε πικράνω, δεν το θέλω. Αλλά πώς να σου πω ότι δεν το πέτυχες ούτε με την πρώτη ούτε με τη δεύτερη ούτε με την τρίτη; Δε σε θέλει, λέμε. "Πόσων χρόνων", εντάξει; 

- ALL TIME CLASSIC και προσωπικό λατρεμένο: "Γνώμη μου". Στο τέλος ΚΑΘΕ πρότασης. Απαραίτητη διευκρίνιση. Αν έλειπε, μπορεί να μπαίναμε σε σκέψεις: "Μωρέ, λες να εκφράζει τη γνώμη κάποιου άλλου και τη δική του να την κρατάει μυστική; Λες να πάθαμε τέτοια ζημιά;
*Κάπου εδώ νιώθω ψυχαναγκαστικά την ανάγκη να επαναλάβω αυτό που μάλλον θα γίνει το μότο της ζωής μου: Η ΓΝΩΜΗ προϋποθέτει ΓΝΩΣΗ. Διαφορετικά μιλάμε για απόψεις, για τις οποίες ξέρεις τι λένε, έτσι; Ναι. Αυτό. Είναι τόσες όσες και οι... Κι έχουν την ίδια βαρύτητα, may I add.

Και μερικά χύμα, γιατί τελειώνει η χολή και αγχώνομαι: είμασταν, με πολύ αγάπη, από ανέκαθεν, βάση όσων λες,  and list goes on. And on. And on...

Για να σοβαρευτώ για λίγο: Δεν είναι ντροπή το "δεν ξέρω". Είναι σπουδαίο πράγμα να ξέρεις τα όριά σου και να τα παραδέχεσαι. Μόνο έτσι θα πας παρακάτω. Αλλιώς παραμένεις ένα ημιμαθές ταγάρι, κλεισμένο στους τέσσερις τοίχους της ξερολίασής σου. Και, σαφώς, η παιδεία πρέπει να λειτουργεί υποστηρικτικά της μόρφωσης, διαφορετικά είσαι ένας γκασμαδόστοκος, ένα μπαστουνοβλαχομπαρόκ ταγάρι και τίποτε άλλο. 

Για το τέλος, κάτι σχετικό με τη "χολή" (μου): Η χολή -  ή μπιτσιά τέλος πάντων - είναι κακό πράγμα να το κρατάς μέσα σου. Σε βλάπτει. Πρέπει να εξωτερικεύεται. Ψυχαναγκαστικοί γραφιάδες, εριστικά νευρόσπαστα και εμμονικοί με τα λάθη - γραπτά τε και προφορικά - όπως εγώ, διοχετεύουμε αυτή τη χολίτσα σε μια αρμαθιά λεξούλες, τις οποίες ενίοτε αφήνουμε να δούνε κι άλλα μάτια. Για την υποφαινόμενη είναι και ψυχοθεραπευτικό. Για τα άλλα μάτια μπορεί να είναι ενοχλητικό. Σε αυτή την περίπτωση, προτείνονται οι εξής απλές και άμεσες λύσεις: α) κολλύριο, β) κατάποση ξυδιού, αν η όχληση συνεχίσει πέραν της ανάγνωσης των προαναφερθέντων λέξεων.

Τα φιλιά μου 


Πέμπτη 27 Απριλίου 2017

Περί ΣυμβουλώνΕ

Σε ένα σεμινάριο διδακτικής της Ιταλικής Σχολής Αθηνών, σκάει μύτη ο (έχω φάει δέκα λεπτά να σκεφτώ τη λέξη που περιγράφει πώς λένε αυτόν που δίνει ένα σεμινάριο γαμώ τα πάντα -_- )... Σκάει μύτη ο -ας τον πούμε τώρα καθηγητή για να μη σπάσω το λάπτοπ -.... Σκάει μύτη λοιπόν ο ΕΙΣΗΓΗΤΗΣ, τον θυμήθηκα γαμώ το φελέκι, φορώντας ένα λαδί σακάκι το οποίο είχε μια τρύπα κάτω από τη δεξιά τσέπη. Ξεκινώντας το σεμινάριο μάς λέει, λοιπόν, πως το σακάκι του έχει μια τρύπα. Και μας τη δείχνει. Την είχαμε δει ήδη, αλλά αλλού θέλω να καταλήξω. Μας λέει πως καθοδόν προς το μάθημα μπορεί να σου συμβούν χίλια δύο. Να πατήσει αυτοκίνητο λακούβα και να σε λούσει στη λάσπη (τσεκ), να καθίσεις σε παγκάκι με καρφί και να σου σκιστεί το παντελόνι την ώρα που σηκώνεσαι (τσεκ). Ή ακόμα και την ώρα του μαθήματος: να σου ανοίξουν τρία κουμπιά από το πουκάμισο και να γίνει η αίθουσα με οκτώ παιδάκια 9-12 ετών λάιβ στριπ σόου εν αγνοία σου (τσεκ). Εσύ τώρα, ως διδάσκων, ως ο αρχηγός της ομάδας, πρέπει να πετάξεις στα μούτρα των άλλων το ατυχές περιστατικό - όποιο κι αν είναι αυτό - (είπε, αγνοώντας ίσως την περίπτωση του δικού μου πουκαμισου), γιατί αν το πάρει πρέφα ένας, θα το πει σε άλλον, θα χαχανίζουν και θα χαθεί η μπάλα, μαζί με τη συγκέντρωσή τους. 

Σοφή η συμβουλή του. Και η πρακτική της εφαρμογή δεν περιορίζεται σε τάξεις ή ιδιαίτερα. Αν πρώτος διακωμωδείς τα ντεφό σου, (εδώ θα ήθελα να γράψω "ντεφά" για να αποδείξω την άγνοιά μου περί της Γαλλικής ως παράδειγμα, αλλά μόνη μου θα γελούσα, δε θα το πιάνατε, είμαι σίγουρη) αφαιρείς από τον άλλον πολεμοφόδια. Έχεις σπασμένο δόντι; Πες πρώτος: "Καλά είδες πώς είμαι; Σαν ξεδοντιάρα μάγισσα". Σου σκίστηκε το παντελόνι στο προαναφερθέν καρφί; Πες: "Τι συμφορά με βρήκε, ευτυχώς έχω κάνει αντιετανικό. Να εμβολιάζεστε, παιδιά μου. Μην ακούτε τους χιπστεράδες γονείς σας"! Σου άνοιξαν τρία κουμπιά από το πουκάμισο; Σκάψε λάκκο για την Κίνα -_- Άσε, μην το συζητήσουμε. 

Μπότομ λάιν, που λένε και στο χωριό μου, πέτα το ελάττωμά σου στη μούρη του απέναντι και δε θα έχει πολεμοφόδια να σε μειώσει. Το 'χεις κάνει πρώτος μόνος σου. ΜΠΟΥΓΙΑ, μαδεφάκα. ΜΠΟΥΓΙΑ! 

Δευτέρα 24 Απριλίου 2017

Περί ανέμων και υδάτων....

Όταν όλα τα κοριτσάκια έβλεπαν Κάντι-Κάντι, εσύ ούτε που να τη φτύσεις. Έβλεπες Σπορτ Μπίλι κι αναρωτιόσουν πώς χωρούσαν όλα αυτά τα μπισμπιλίκια στο τόσο δα μικρό τσαντάκι του.

Όταν όλα τα κοριτσάκια έπαιζαν με Μπάρμπι και δώσ' του συνολάκια και δώσ' του σπίτια κι εξοχικά και ποδήλατα και δε συμμαζεύεται, εσύ είχες βαφτίσει το ποδήλατο Χέρμπι (από την ταινία, το Κατσαριδάκι ντε!) και έλιωνες τα γόνατα στις αλάνες με τα αγόρια.

Όταν όλα τα κοριτσάκια άκουγαν New Kids On The Block και έσκιζαν τα φιογκάκια τους με τα λουκουμαδοτεκνάκια, εσύ έκλεινες τα φώτα στο δωμάτιο κι άκουγες στο walkman Βαγγέλη Παπαθανασίου. 

Όταν τα κοριτσάκια ψιλομεγάλωσαν κι άρχισαν να πειραματίζονται με το μακιγιάζ, εσύ είχες συλλογή από ανδρικά αρώματα κι η μάνα σου σου πετούσε κρυφά τα σκισμένα (ανδρικά) πουκάμισα που επέμενες να φοράς μέχρι τελικής ίνας.

Όταν όλοι έτρεχαν στα βιβλιοπωλεία να πάρουν Αλχημιστή και Κώδικα Ντα Βίντσι, εσύ πήγες και πήρες το Η Βερόνικα Αποφασίζει Να Πεθάνει και τους Πεφωτισμένους.

Όταν όλα τα κοριτσάκια χάζευαν τους ξανθούς, καλογυμνασμένους με τα θεληματικά πηγούνια (που ακόμα δεν ξέρω τι εστί θεληματικό πηγούνι), εσύ καψουρευόσουν κάτι δίμετρους, μελαχρινούς μουσάτους (πριν γίνουν μόδα, τσααααακ, μπροστάρης!) 

Για να μην πολυλογώ, αντιδραστικό αγοροκόριτσο από τα γεννοφάσκια σου ή ατομάκι με άποψη ασούμε. Όπως και να το δει κανείς, ακολουθούσε από μικρή - συνειδητά ή όχι - το σοφό γερμανικό ρητό: nur tote Fische schwimmen mit dem Strom. (Επειδή έχω ακούσει το άλλο σοφό ρητό "όταν κάνεις κάτι καλά, μην το κάνεις ποτέ τσάμπα", ΔΕ σας το μεταφράζω χαρ χαρ χαρ)

Μπορεί να μην ισχύει τίποτα από τα προηγούμενα, μπορεί και τα δύο, το σίγουρο είναι ότι δε σε ένοιαζε ποτέ η γνώμη των άλλων. Δηλαδή, δεν πορευόσουν με γνώμωνα αυτήν. "Τι θα πει η γειτονιά" δε σκεφτόσουν ποτέ. Μικρή, απτή απόδειξη ότι πολλάκις πήγες στο περίπτερο με τις πιτζάμες. Γελάς δυνατά, μιλάς μόνη σου όταν οδηγείς, γεννήθηκες ξανθιά αλλά βάφεις χρόνια τα μαλλιά κορακί, σβήνεις το τελευταίο τσιγάρο πριν μπεις στο γυμναστήριο κι ανάβεις το επόμενο με το που βγεις, είσαι πεισματάρα, δεν ξεχνάς τίποτα -για τους ανθρώπους ή τα πράγματα που σε ενδιαφέρουν - ενώ μπορείς να κάνεις κάποιον να νομίζει ότι τον παρακολουθείς με αμείωτο ενδιαφέρον και να μην έχεις "ακούσει" λέξη, πέφτεις με τα μούτρα σε ό,τι σου κεντρίζει το ενδιαφέρον, βαριέσαι γρήγορα, δεν ξεχνάς ποτέ την πρώτη φορά που διάβασες το απόσπασμα περιγραφής του Ήτον από το "Ταξιδεύοντας στην Αγγλία", δεν περίμενες ποτέ ότι θα ζούσες τελικά στην Αγγλία, γράφεις πάντα, συμπαθείς δύσκολα, αγαπάς δυνατά, αδιαφορείς όταν θυμώνεις ή πονάς, έχεις μεγαλεπήβολα σχέδια, έχεις "πλάτη" πάντα τη μάνα, έχεις μεγάλες απουσίες δίπλα σου, είσαι ξινή, είσαι είρωνας, είσαι παγόβουνο αλλά και βούτυρο (εξαρτάται από τη μέθοδο προσέγγισης).

Είσαι όλα αυτά κι άλλα τόσα. Κάνεις όλα αυτά κι άλλα τόσα. Μα το καλύτερο που έχεις κάνει ίσως ως τώρα είναι ότι άρχισες να σε αγαπάς. Για όλα αυτά που είσαι. Χρειάστηκες ίσως λίγο περισσότερο χρόνο από ό,τι άλλοι, αλλά τα κατάφερες. Δε σε ζυγίζεις πια βάσει όσων θέλουν άλλοι, βάσει όσων άλλοι θεωρούν "σωστά" ή "λάθος". Σε αγαπάς, σου αρκείς, και η γνώμη του κόσμου σε αφήνει παντελώς αδιάφορη. Ίσως γιατί ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ κατάλαβες ότι καλή, κακή, στραβή, ξινή, γλυκιά, είρωνας, ετοιμόλογη ή στριφνή, τις συνέπειες ΟΛΩΝ αυτών τις λούζεσαι μόνη σου. Οπότε και λόγος δεν πέφτει σε κανέναν πλην εσού!

*λόγος ύπαρξης του παρόντος ουδείς άλλος από το προσωπικόν ενθύμιον. Αν ξεχαστείς, ξαναδιάβασέ το.
**Εσύ, αγαπημένε αναγνώστη (ναι, εσύ ο ένας), παραδειγματίσου. Συμβουλές συνήθως δε δίνω γιατί καταλήγουν σε ρήξεις, αλλά θα δώσω ένα ίχνος: η ζωή είναι μία, η ζωή είναι μικρή, και δεν αξίζει να τη ζεις βάζοντάς σε ζυγαριές άλλων. Δεν αξίζει :) 
Τα φιλιά μου 

Παρασκευή 21 Απριλίου 2017

Περί μετανάστευσης...

Ακολουθούν γραφικές εικόνες. Απομακρύνετε τα παιδιά από τις οθόνες. (Ή αλλιώς, όπως σοφά είχε μεταφράσει παλαιότερα συνάδελφος με κύρος "συνίσταται η διακριτικότητα του τηλεθεατή". Ναι, ΑΥΤΟ είναι μετάφραση του "viewer discretion is advised". Ναι. Αυτό. Τεσπά, συνεχίζω, στο θέμα μας).

Όταν αποφασίζεις να μεταναστεύσεις στο εξωτερικό, συμβαίνουν τα εξής:

1) Με την αποβίβασή σου από το αεροπλάνο, πριν την παραλαβή αποσκευών, σε περιμένουν εκπρόσωποι εταιρειών - αναλόγως των προσόντων σου βέβαια - για να σε προσλάβουν, ΠΑΝΤΑ με οικονομικές προσφορές τουλάχιστον δεκαπλάσιες των αντίστοιχων της Ελλάδας, οι οποίοι σου προσφέρουν δυο καυτά πιτόγυρα με μία πατάτες και μια κοακόλα, Ηρώων Πολυτεχνείου 20 στον 3ο... Ώπα, παρασύρθηκα!
Πριν φύγεις από το αεροδρόμιο, έχεις ήδη υπογράψει συμβόλαιο επ' αόριστον, στου οποίου τους όρους διαβάζεις με δάκρια στα μάτια πως - πέραν των 8 επίσημων αγγλικών αργιών - δε θα δουλεύεις ΟΥΤΕ τις (αν)επίσημες ελληνικές αργίες, καθώς και τις δύο ημέρες πριν και μετά αυτών. Οι όροι αυτοί είναι σαφώς ΜΟΝΟ για εσένα, φίλε Έλληνα μετανάστη, κι αυτό για να μη νιώθεις εντελώς αποκολλημμένος από τη γλυκιά πατρίδα. Ο μισθός καταφθάνει καθ' εκάστη του μηνός με τιμητικό άγημα, και περιλαμβάνει μπόνους καθυστερημένης άφιξης και δυο πιτόγυρα, μια πατάτες και μια κοακόλα, Ηρώων Πολυτεχνείου 20 στον 3ο... Ώπα, η δύναμη της συνήθειας -_-

2) Βγαίνοντας τώρα από το αεροδρόμιο, σε περιμένουν εκπρόσωποι μεσιτικών γραφείων για να σου προσφέρουν τα καλύτερα σπίτια της αγοράς, χωρίς εχέγγυα, χωρίς προκαταβολές, χωρίς χαρτούρες. Μακέτες με τα σπίτια είναι τοποθετημένες δίπλα από την πιάτσα των ταξί, διαλέγεις, σου δίνουν κλειδί, μπαίνεις στο ταξί και πας στο ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ.

3) Φτάνοντας στο ΣΠΙΤΙ ΣΟΥ, έκθαμβος αντικρύζεις τον κήπο. Κοκομπλόκο. Τεράστιες λιριές - τα γνωστά δένδρα από όπου ο κάθε Έλληνας μετανάστης στην Αγγλία κόβει κάθε πρωί όσα χρειάζεται για να την περάσει. Τεράστιες λιριές, λοιπόν, με λαχταριστά ροζ, γαλάζια και κόκκινα χαρτονομίσματα. Η λιριά δε χρειάζεται ιδιαίτερη περιποίηση. Το μόνο που θέλει είναι να της αφαιρείς κανά χιλιάρικο τη μέρα. Την επόμενη θα τα βρίσκεις πάντα διπλά.

4) Αφού εγκατασταθείς στο ΔΩΡΕΑΝ σπίτι σου - μην ξεχνιόμαστε - ΚΑΘΕ πρωί σε ξυπνάνε γλυκά οι ζεστές ηλιαχτίδες. Η "βροχή" και η "υγρασία" είναι άγνωστες λέξεις για σένα, άγνωστες έννοιες, τις ακούς και γκουγκλάρεις σα χαμένος. 

Για να μη μακρυγορώ, Γη της Επαγγελίας. Καμία δυσκολία, κανένας χρόνος προσαρμογής, κανένας νόστος, κανένα πρόβλημα. Το δύσκολο είναι να πάρεις την απόφαση να φύγεις από τον παράδεισο που λέγεται Ελλάδα. Από εκεί και πέρα, όλες οι πόρτες ανοιχτές, όλες οι ευκαιρίες δικές σου, τα λεφτά στα δένδρα και δε συμμαζεύεται....

Και για να σοβαρευτώ τώρα, είναι γελοίο να θεωρείς, αγαπημένε συμπατριώτη, ότι όσοι φύγαμε 1) παρατήσαμε την Ελλάδα στα δύσκολα και 2) τα βρήκαμε όλα εύκολα. Και απαντώ: 1) η Ελλάδα μάς πρόδωσε, αφότου μας μάμησε και μας αχρήστεψε σε παραγωγικές ηλικίες και 2) όπου κι αν πήγαμε, παλέψαμε. Παλέψαμε για να ορθοποδήσουμε, πασχίσαμε να διώξουμε από πάνω μας τη ρετσινιά του τεμπέλη δημόσιου υπαλλήλου που συνταξιοδοτείται στα 42 και ωχαδερφίζει μια ζωή, αγωνιστήκαμε να συνηθίσουμε έναν άλλον τρόπο ζωής, να τα μάθουμε σχεδόν όλα από την αρχή - από τους δρόμους της γειτονιάς ως το να βλέπουμε το τιμόνι στα δεξιά. Κοινώς, γίναμε κάτι σαν βρέφη. Άλλοι στα 30, άλλοι στα 40 κι άλλοι μεγαλύτεροι. "Λόλα, να ένα μήλο" η ζωή και πάλι, λοιπόν, και πίσω στην πατρίδα σου, πάνω από τους μισούς να σε θεωρούν προδότη. 

Τέλος, είναι γελοίο να έχεις γνώμη χωρίς γνώση. (αυτό ισχύει παντού και σε όλα, σημείωσέ το κάπου. Ή μάλλον να το επαναλαμβάνεις 220 φορές τη μέρα ΜΠΑΣ ΚΑΙ ΤΗ ΧΑΜΠΑΡΙΑΣΤΕΙΣ ΚΑΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΝΕΙ ΑΥΤΗ Η ΙΣΤΟΡΙΑ). Δεν μπορείς, ως εκ τούτου, να έχεις γνώμη για τη μετανάστευση και τους μετανάστες, αν δεν το έχεις κάνει κι αν δεν είσαι. Δεν έχεις γνώμη επειδή διάβασες εμένα ή άκουσες ιστορίες του θειού σου που είχε πάει στην Αστόρια πριν από 30 χρόνια. Δεν έχεις γνώμη επειδή σου έχουν πει ότι μισθοί εδώ είναι καλύτεροι. GUESS WHAT, ταγάρι, εδώ οι άνθρωποι δουλεύουν κατά μέσο όρο 252 ημέρες τον χρόνο. (365 οι μέρες του χρόνου, μείον 105 τα Σαββατοκύριακα, μείον 8 δημόσιες αργίες. ΟΚΤΩ. Ο Κ Τ Ω. Έναντι των 15 ελληνικών, που συνοδεύονται ως γνωστόν από 2-3 μέρες πριν και 2-3 μέρες μετά!) 
Δεν έχεις γνώμη, λοιπόν, φίλτατε αναγνώστη. (Ναι, ένας είσαι, το θυμάμαι). Δεν έχεις γνώμη, λέγω, έχεις άποψη. Και ξέρεις τι λένε για τις απόψεις, έτσι; Ε, όση βαρύτητα έχει ΕΚΕΙΝΗ σου έχει κι η άποψή σου! 

Τα φιλιά μου!

Τετάρτη 12 Απριλίου 2017

Τον σκεφτόταν πολύ συχνά τον τελευταίο καιρό. Λίγο το συννεφιασμένο West Sussex, λίγο η βροχή που έπεφτε ασταμάτητα τις τελευταίες 17 μέρες (ναι, τις μετρούσε...), λίγο που ενώ ο Μάρτης είχε σκάσει μύτη, η θερμοκρασία δεν έλεγε να ανέβει από τους 7 βαθμούς... Ε, λίγο-πολύ όλα αυτά συντελούσαν σε trips down memory lane που διαρκούσαν ώρες. Χανόταν στις αναμνήσεις της, στις ώρες που περνούσε τότε κοντά του, στον ιδρώτα που ένιωθε να τη λούζει κάθε φορά που την κοιτούσε κατάματα, στα μάτια της που έκλειναν γιατί δεν άντεχε να τον αντικρύζει κατάματα...

Είχαν περάσει πια 3,5 χρόνια μακριά. Κι όμως, κάθε φορά που ένιωθε αυτά τα μαύρα σύννεφα να της καταπλακώνουν την ψυχή, γυρνούσε σε εκείνο το Σαββατοκύριακο που είχαν περάσει μαζί στο Ναύπλιο. Θυμάται πώς την κοίταζε, ενώ εκείνη αγνάντευε τη θάλασσα και το Μπούρτζι από την αποβάθρα. Εκείνος έφευγε νωρίς το βράδυ, αλλά εκείνη έμενε τυλιγμένη και ζαλισμένη από τη ζεστασιά που της έδινε η παρουσία του όλη μέρα. Κι όχι μόνο στο δέρμα. Κυρίως στην καρδιά. Ναι, αυτό της έκανε. Το βλέμμα του της έκαιγε το δέρμα και, διαπερνώντας τόσες χιλάδες κύτταρα και φλέβες και ροή αίματος, έφτανε στην καρδιά. Και την κρατούσε ζεστή μέχρι την άλλη μέρα που θα τον ξανάβλεπε. 

Είχαν περάσει πια 3,5 χρόνια μακριά. Κι όμως, κάθε φορά που μαύριζε ο ουρανός και οι σκιές των δέντρων φάνταζαν απειλητικά τέρατα βγαλμένα από παραμύθι που κυνηγούν μια αθώα νεράιδα ντυμένη στα μωβ... νταξ, παρασύρθηκα. Πάμε πάλι. Κάθε φορά που μαύριζε ο ουρανός κι οι σκιές των δέντρων φάνταζαν απειλητικά τέρατα πάνω της, γυρνούσε σε εκείνα τα κρύα πρωινά Ιανουαρίου που οδηγώντας άνοιγε λίγο το παράθυρο για να φεύγει ο καπνός από το τσιγάρο, αλλά έχοντας τα καυτά του φιλιά στο πρόσωπό της, δεν ένιωθε το διαπεραστικό κρύο της Πεντέλης. 

Όπου ήταν εκείνος, όλα φάνταζαν καλύτερα. Κάθε φορά που τον ένιωθε δίπλα της, γέμιζε αισιοδοξία. Η παρουσία του τα γλύκαινε όλα. Έπαιρνε βαθιές ανάσες κοντά του. Γέμιζαν τα πνευμόνια, γέμιζε όλη, ένιωθε έτοιμη να παλέψει με όλα. Και τώρα, χρόνια και μίλια μακριά του, υπήρχαν μέρες που εμφανιζόταν. Για λίγο, φευγαλέα, τον έπιανε το μάτι της να την κοιτάζει στα κλεφτά κι εκείνη ένιωθε ότι την εμπαίζει, την κοροϊδεύει. Της κάνει ένα peekaboo, βγάζοντάς της περιπαικτικά τη γλώσσα, για να της θυμίσει για λίγο πώς ήταν τότε. Να της θυμίζει πώς ήταν πριν τον αφήσει...

Ότι θα περνούσαν 3,5 χρόνια χωρίς ήλιο - νταξ, με 2-3 μέρες το χρόνο εξαίρεση ασούμε - κι ΟΤΑΝ αποφάσιζε αυτός τελικά να κάνει μια guest εμφάνιση, θα σου ξυπνούσε τόσες αναμνήσεις, από γκομενικά ΣΚ στο Ναύπλιο, καφέδες στην πλατεία του Αμαρουσίου, σουβλάκια στο Μοναστηράκι και ξινίλα στα μούτρα από τα χιλιάδες ξεσαλωμένα πιτσιρίκια στην παραλία του Σχοινιά, δεν το περίμενες. Δεν περίμενες ότι αρκεί μια ρημάδα του αχτίδα για να μεταφερθείς 3.200 χιλιόμετρα και χιλιάδες αναμνήσεις πίσω. Μπράβο, βρε λαμπρότερο σώμα του ουρανού. Να 'σαι καλά. Εμ δε σε χαιρόμαστε παρά πιο σπάνια κι από ό,τι πιάναμε τον λήγοντα σε λαχεία, εμ όταν εμφανίζεσαι μας διακορεύεις την ψυχολογία αντί να σε χαιρόμαστε. Ωστόσο, I have to give it to you... Πιστός στα μεθεόρτια κάθε μεγάλης καψούρας. 

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Περί ηθικής...

Ηθική. Δύσκολη έννοια.
Τι λέει ο Τριανταφυλλίδης; Μάλιστα. Το καλό και το κακό είναι ακόμα πιο υποκειμενικά, κι η υποφαινόμενη υποστηρίζει το "ποιος είναι αυτός που ξέρει τι είναι καλό και τι κακό;" Αλλά οφείλει να ομολογήσει (ναι, η υποφαινόμενη πάντα) ότι μια γενική εικόνα του καλού και του κακού, αυτό που λέμε "ευκόλως εννοούμενο", την έχουμε όλοι. Στα απλά πράγματα. Τα βασικά. Καλό είναι να βοηθήσεις μια γιαγιάκα να διασχίσει τον δρόμο. Κακό είναι να κλέβεις. Νομίζω το IQ της πλειοψηφίας του κόσμου περιορίζεται ως εκεί. Από εκεί και πέρα, τα ευκόλως εννοούμενα γίνονται δυσκόλως αντιληπτά...

Το καλό και το κακό, και ως εκ τούτου η ηθική, τελικά ίσως να είναι το μονοπάτι που χαράσσει ο καθένας για να διαβεί, τροποποιώντας τις επιλογές που κάνει και την ταμπέλα που τους βάζει έτσι ώστε να κοιμάται ήσυχος ή για να ευλογεί τα γένια του. Καλό είναι, παραδείγματος χάριν, μόλις ωριμάσει ο άνθρωπος να δημιουργήσει οικογένεια, να παντρευτεί, να κάνει παιδιά, να τα μεγαλώσει όσο καλύτερα μπορεί, να τους δώσει αξίες, να τους ανοίξει δρόμους, να τα βοηθήσει να εξελίξουν τις δυνατότητές τους. Εάν, όμως, κάποιος επιλέξει να ΜΗΝ το κάνει όλο αυτό δε σημαίνει ότι κάνει κάτι κακό. 
Είναι αναμφίβολα ηθικά ορθό να κάνει κανείς όλα τα παραπάνω για τα παιδιά του. Είναι αισχρό, όμως, να χρησιμοποιεί τα παιδιά του ως μοχλό για να εκμεταλλευτεί, οικονομικά ή αλλιώς, τον πρώην. Είναι - αν μη τι άλλο - λυπηρό να χρησιμοποιεί κανείς τα παιδιά του για να πραγματοποιήσει τα δικά του όνειρα. Είναι γελοίο να φτιάχνει κανείς οικογένεια μόνο και μόνο επειδή "τον πήραν τα χρόνια" ή επειδή θέλει να καταξιωθεί κοινωνικά. 

Το αποκορύφωμα της γελοιότητας είναι να έχεις δημιουργήσει όλο αυτό το πανηγυράκι, γάμους,  παιδιά, συμπεθέρια, να έχεις φτάσει σε διαζύγια, διατροφές, σκοτωμούς, κατινιές, και να κατακρίνεις αυτούς που επέλεξαν να μην το δουν αυτό το έργο. Αυτούς που κουβαλάνε μόνο το σαρκίο τους, δε φορτώθηκαν σε κανέναν σύζυγο, δεν κρεμάστηκαν από κανέναν, και - το σημαντικότερο ίσως - δεν έβγαλαν τα απωθημένα τους στα παιδιά τους. Εδώ το καλό και το κακό θολώνουν λίγο, ε; Οι διαχωριστικές γραμμές είναι δυσδιάκριτες, ε; Εσύ που καλοπαντρεύτηκες και άραξες να μεγαλώνεις τέκνα θεωρείς τον εαυτό σου ανώτερο/καλύτερο/ηθικότερο από αυτόν που επέλεξε να μην το κάνει, ε; Είσαι λίγο ταγάρι, το ξέρεις, ε; 

Είναι που φορτώνω πολύ εύκολα όταν βλέπω ή ακούω πράγματα που - για την προσωπική μου ηθική βάση - δεν ευσταθούν; Είναι που ο κόσμος έχει αποταγαριαστεί ΕΝΤΕΛΩΣ; Είναι που αυτά τα ρημάδια τα  κοινωνικά δίκτυα έχουν κάνει τον κόσμο να πιστεύει πως η εικόνα που νομίζει ότι περνάει προς τα έξω είναι αυτή που ζει, και ως εκ τούτου με τα τσεκ ινς σε όπερες και θέατρα και εστιατόρια αβανγκάρντ με σέλφιζ με το τέλειο αϊλάνερ νομίζει ότι μας θαμπώνει και ξεχνάμε ότι δεν ξέρει να ξεχωρίσει τον Καζαντζάκη από τον Καζαντζίδη ή το μπρόκολο από το κουνουπίδι; 
Δεν ξέρω τι από όλα αυτά είναι. Αυτό που ξέρω είναι ότι η αντοχή κι η ανοχή μου έχει μηδενίσει απέναντι στη δηθενιά κι ίσως ετούτος εδώ ο γραπτός εμετός να είναι το μανιφέστο μου. ΤΕΡΜΑ ΤΑ ΔΙΦΡΑΓΚΑ. Δεν καταπίνω δηθενιές πια. Για κανέναν λόγο. 

Δια της παρούσης, λοιπόν, θεωρείται πλέον και τυπικά πως έχετε ενημερωθεί πως όποια κυράτσα μου πουλάει ηθικοπλαστικά διδάγματα περί ζωής/οικογένειας/πίστης/αφοσίωσης ενώ ο σύζυγος έχει γίνει ντοκιμαντέρ στο Discovery για τα κέρατα που εμφανίστηκαν σε ανθρώπινο ανδρικό κρανίο, θα παίρνει την απάντηση που της αξίζει. Όποιος κατηγορεί τα προσφυγόπουλα για την κατάντια της Ελλάδας - βολικά ξεχνώντας πόσους μαλάκες ψήφισε για να τον βολέψουν σε μία θεσούλα - θα παίρνει την απάντηση που του αξίζει. Με λίγα λόγια αποφάσισα πως η δική μου "ηθική" βασίζεται ΚΑΙ στο να μην καταπίνω τη μαλακία και τη δηθενιά κανενός. Ηθικό είναι να παίρνεις θέση, να αντιδράς στην αδικία, στην ψευτιά, στους θεατρινισμούς για ένα ωραιοποιημένο "φαίνεσθαι". Για τα μέτρα μου, λοιπόν, εφ' εξής θα αντιδρώ ηθικά. ΤΑΓΑΡΙΑ -_- 

Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Περί αναβολής του αναπόφευκτου...

Δεν υπάρχει "ποτέ" και δεν υπάρχει "πάντα". Αυτό τείνει να γίνει πεποίθησή μου. Και σε προκαλώ, φίλε αναγνώστη, να ξεστομίσεις με σιγουριά μια φράση, πχ: "Ποτέ δεν πρόκειται να πάω με παντρεμένο/η", κι αν δε φας καψούρα στο κεφάλι από αυτές που πέφτουν σαν τούβλα από οικοδομή με παντρεμένο/η που "μωρέ, για τα παιδιά κάθομαι, ουσιαστικά έχουμε χωρίσει", εγώ να μην ξαναφάω πιτόγυρο στον αιώνα τον άπαντα! (για να δεις πόσο πιστεύω σε αυτό που λέω δηλαδή, όχι τίποτε άλλο). Και τόλμα να πεις πχ: "Αγάπη μου, θέλω να είμαστε μαζί για πάντα", κι αν δεν σκάσει ο χωρισμός σε τρία τέρμινα ξέρω 'γω, να μη σώσω να ξανακούσω τη φωνή του Κόλιν. Νταξ, έχω μια ροπή προς την υπερβολή, αλλά η ουσία κρύβεται αλλού. Δεν υπάρχει "ποτέ". Δεν υπάρχει "πάντα". 

Στη ζωή μας, η οποία είναι απλώς μια καθημερινή αναβολή του αναπόφευκτου, οι αξίες και τα πιστεύω μας νομίζω ότι είναι αυτά που μας δίνουν ρίζες, σιγουριά, σταθερότητα. Αυτά που μας κάνουν να νιώθουμε (κάπως) φυσιολογικοί, νορμάλ, comme il faut. (Αυτή τη συνήθεια να πετάω Γαλλικά που ΔΕΝ ξέρω, τελευταίως την 'κονόμησα, δεν ξέρω, μη ρωτάτε. Ίσως ξεπετιέται υποσυνείδητα η κρυφοκαψούρα που ΄χω στη φωνή του Αλιάγα, δεν εξηγείται αλλιώς, διότη τη σιχαίνομαι τη γλώσσα). Στο θέμα μας. Αν επιμένουμε σε κάτι χρόνια, νιώθουμε ότι είμαστε σταθεροί χαρακτήρες, στιβαροί, ακλόνητοι βράχοι. Ε, έλα που δεν είμαστε. Ούτε βράχοι ούτε αγάλματα. Τουτέστιν, κάθε εμπειρία, κάθε στιγμή, κάθε τι μπορεί να μας αλλάξει. Μας αλλάζει. Kι αυτό που μέχρι χθες ήταν το "πάντα" μας, σήμερα μπορεί να γίνει το "ποτέ" μας. Κι αυτό δεν είναι κακό...

Αντιθέτως, θαρρώ πως είναι καλό. Φανερώνει εξέλιξη, ευελιξία και σαφώς ανοιχτό μυαλό. Γιατί, αν το καλοσκεφτούμε, άνθρωποι που ξέρουμε επί χρόνια και επί χρόνια εμμένουν στα ίδια, πώς τους λέμε; Ξεροκέφαλους; Σκαλωμένους; Κολλημένους; Μπετόν αρμέ; Κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Στιβαρότητα, λοιπόν, φανερώνει κατ' εμέ ο άνθρωπος που δέχεται την αλλαγή, προσαρμόζεται σε αυτή και δεν σκαλώνει. Κάθε ζωντανός οργανισμός επηρεάζεται από το περιβάλλον του (στην περίπτωσή μας δε ΚΑΙ από τις εμπειρίες του) και αλίμονο αν όλα αυτά δεν τον άλλαζαν, αν έμενε ο ίδιος, αναλλοίωτος στην πάροδο του χρόνου. Ο οποίος μας οδηγεί σε έναν αναπόφευκτο μόνοδρομο, αλλά αυτό δε σημαίνει πως μέχρι να φτάσουμε δεν μπορούμε να περνάμε καλά και ασκάλωτα! Have fun, people, και μην κολλάς σε τίποτα. Να χαίρεσαι την καθημερινή αναβολή του αναπόφευκτου για όσο αυτή κρατάει και να μην έχεις ΤΙΠΟΤΑ και ΚΑΝΕΝΑΝ δεδομένο. 

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Περί καθαριότητας (η μισή αρχοντιά κι έτσι ασούμε, καμία σχέση αλλά ήθελα να το πω)

Σκέφτομαι καιρό ότι πρέπει να αρχίσω να σημειώνω τις απαιτήσεις των πελατών, τα κουλά της δουλειάς, όλα αυτά που σε κάνουν να ονειρεύεσαι τα κεφάλια τους μέσα σε κουβάδες γεμάτους καυστική ποτάσα. Η οποία δεν ξέρω τι είναι, αλλά το "καυστική" την κάνει επικίνδυνη στο μυαλό μου. Φαντάζομαι αφρούς, λιωμένη σάρκα, κραυγές βοήθειας, κι εμένα με μαύρο μεγάλο καπέλο και τσιγάρο σε μακρύ πιπάκι, να κάθομαι σε έναν χρυσό θρόνο με κόκκινα βελούδινα μαξιλάρια και φυσώντας τον καπνό να βγαίνει και το σαρδόνιο "χαρ χαρ χαρ". (Μεγάλη περιγραφή, μεγάλη φαντασία, πολλά τα απωθημένα, Άρη.)

Επειδή τελευταίως μόνο η μνήμη μου με απατά (χιντ χιντ, γυναίκα μόνη ΔΕΝ ψάχνει), θα αναφερθώ σε τυχαία αλλά τρανταχτά περιστατικά της σχεδόν τριετούς πλέον εμπειρίας μου στο καθάρισμα σπιτιών. Σπιτιών Άγγλων, δια να είμεθα και πιο σαφείς. (Το "ουδέν μονιμότερο του προσωρινού ηχεί στα αυτιά μου κάθε πρωί μαζί με το ξυπνητήρι, θέλω να σημειώσω κάπου εδώ, με πνιχτούς αλαλαγμούς....)

-Πρώτη επίσκεψη σε σπίτι Ρωσίδας, παντρεμένης με Άγγλο: Τουρ στο σπίτι για να μας δείξει τα πώς και τα τοιάυτα. Στάση στις τουαλέτες. "Νιπτήρας, χλωρίνη στη λεκάνη, σκούπα", λέει η Ρωσίδα. "Σφουγγάρισμα;", ρωτάει η Νότα. "Όχι, ό,τι σου είπα", απαντάει το μυγόφτυμα για άνθρωπος. Δεύτερη επίσκεψη, μια εβδομάδα αργότερα. "Ήθελα να σου δείξω κάτι στο μπάνιο. Θέλω με αυτά τα υγρά μαντηλάκια να καθαρίζεις το καπάκι, μετά να το στεγνώνεις με χαρτί κουζίνας. Έπειτα, με αυτό το βουρτσάκι να τρίβεις την εσωτερική εσοχή της λεκάνης με χλωρίνη, και με αυτό το άλλο βουρτσάκι να τρίβεις όλο το εσωτερικό της λεκάνης. Για την ντουσιέρα έχω άλλα βουρτσάκια, ένα για να τρίβεις την περίμετρο κάτω κι ένα για τους αρμούς. Αυτό για το τζάμι, αυτό για τον νιπτήρα, μετά ηλεκτρική και μετά σφουγγάρισμα με τον ατμό". (Μεταξύ πρώτης και δεύτερης επίσκεψης ο κόσμος κάτι παθαίνει. Από εκεί που δεν ξέρει ΚΑΝ την οδοντόβουρτσα, ανακαλύπτει βούρτσες και βουρτσάκια για κάθα πτυχή και σπιθαμή του σπιτιού του. Κι εσύ ανακαλύπτεις νέους τρόπους διαλογισμού και είσαι στο τσακ για τη συγγραφή βιβλίου με τίτλο: Πώς να διοχετεύσετε τις δολοφονικές σας τάσεις")

-Πρώτη επίσκεψη σε σπίτι 70άρας καλοστεκούμενης Αγγλίδας, η οποία με το καλημέρα δηλώνει: Εγώ μπορώ να κάνω τις δουλειές μου, αλλά βαριέμαι πια. Ακολουθεί το εθιμοτυπικό τουρ στο σπίτι. Στάση στην τουαλέτα, κι αφού γίνονται οι καθιερωμένες πλέον επεξηγήσεις περί βουρτσών και βουρτσακίων, ακούγεται η εξής ερώτηση: Νιώθεις άνετα στα τέσσερα; Και γυρνάς το κεφάλι ως άλλο κοριτσάκι του Εξορκιστή και στο μυαλό βουίζει η ερώτηση: Συγγνώμη, θα μας μαμήσεις κιόλας, πώς την είδες;;;; Η κυρία ΣΑΦΩΣ εννοούσε αν έχω πρόβλημα να πέσω στα τέσσερα για να της σφουγγαρίσω την τουαλέτα. ΣΑΦΩΣ. Διότι ως προείπα είναι εβδομηνταφευγάρα και προφανώς αγνοεί την εφεύρεση με την ονομασία: σφουγγαρίστρα. 

-Για τα σοβατεπιά να μην επεκταθώ, τα έχω αναλύσει μια άλλη ωραία μέρα, σε άλλο υπέροχο κείμενο (ΓΝΩΜΗ ΜΟΥ), για το οποίο μετά θάνατον θα με βραβεύσει η Ακαδημία Αθηνών, στην οποία έχω υποσχεθεί και όλο το αρχείο υποτίτλων κατά την οχταετή συνεισφορά μου στα ΜΜΕ για την οποία και τιμήθηκα με το βραβείο του Χρυσού Οσχέου. Εξακολουθώ δε να πιστεύω ότι κανείς τους δεν ξέρει τι είναι σοβατεπί, αλλά σε κάποια εκπομπή άκουσαν ότι πρέπει να είναι καθαρά ξέρω 'γω και σου το κοπανάνε τόσο που βλέπεις εφιάλτες με σοβατεπιά παντού, γεμάτα σκόνη και αράχνες, στους ιστούς των οποίων έχουν τυλιχτεί ΟΛΟΙ σου οι στραβοχυμένοι πελάτες <3 

Θα συνεχιστούν εν ευθέτω οι αναφορές σε τραγελαφικούς πελάτες, μιας κι έχω υλικό για δυο ζωές, αλλά για το τέλος σήμερα αφήνω την ειρωνεία της τύχης μου: Λάτρεψα τον υποτιτλισμό από το πρώτο αρχείο που έκανα, κι ας ήταν ένα τελεμάρκετινγκ της κακιάς ώρας. Ένιωθα ότι δημιουργούσα, ότι προσάρμοζα μια ιστορία για αυτούς που δεν μπορούσαν να την καταλάβουν βάζοντας πάντα την προσωπική μου πινελιά, ήμουν από τους τυχερούς που αγάπησα τη δουλειά μου με άσβεστο πάθος, που δεν τη βαρέθηκα ποτέ, κι ας είναι μια δουλειά που δεν αναγνωρίζεται ποτέ, παρά μόνο αν ο μεταφραστής προβεί σε γκάφα. Όσα χρόνια δούλεψα, μετέφρασα σχεδόν τα πάντα. Τσόντες, ταινίες, σειρές, ντοκιμαντέρ, τελεμάρκετινγκ, από Αγγλικά, Ιταλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Σουηδικά, Τουρκικά, Βουλγαρικά, Ιαπωνικά, Περσικά, και άλλες τόσες γλώσσες που ούτε καν θυμάμαι. Είχα, όμως, μερικά απαγορευτικά: ΔΕΝ μεταφράζω θρίλερ γιατί μετά δεν μπορώ να κοιμηθώ, ΔΕΝ μεταφράζω ντοκιμαντέρ με φίδια γιατί νιώθω ότι περπατάνε επάνω μου, ΔΕΝ μεταφράζω τη σειρά "How Clean Is Your House" (μετά από καμιά 20αριά επεισόδια που έκανα) γιατί σιχαίνομαι τη ζωή μου. Και οι απαιτήσεις μου γίνονταν κατά μεγάλο ποσοστό δεκτές. Δε μετέφραζα τη σειρά, κι η τύχη με έφερε να τα καθαρίζω εγώ η ίδια. Γαμάτο; Ναι... Αυτό.

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Περί πάχους. Ή περί σοκολάτας. Ή περί κοινωνικού ρατσισμού. Δεν έχω αποφασίσει.

Είχα πάρει φόρα μια μέρα κι έγραφα περί ρατσισμού. Και πήρε μπάλα πολύ κόσμο, κι έγραψα και πολλές βλακείες βασικά. Διότι εγώ γράφω με τον ίδιο τρόπο που τρώω τα σοκολατάκια. Με μία ανάσα. Μαζεύονται οι σκέψεις στο κεφάλι μου όλη μέρα και μετά γυρνάω σπίτι και τις αραδιάζω εδώ. Χωρίς  να γυρίσω πίσω να δω τι "έφτυσα", χωρίς να κάνω διορθώσεις, χωρίς δεύτερη σκέψη (συνήθως). Το "συνήθως" πάει στη γραφή, όχι στα σοκολατάκια. Στα σοκολατάκια δεν έχω ποτέ δεύτερη σκέψη. Μετά τη βρώση, έχω δεύτερη και τρίτη και τέταρτη τύψη. Αλλά δεύτερη σκέψη την ώρα που το έχω μπροστά μου το κουτί και μου φωνάζει: "βάλε με μέσα στο στόμα σου και κατάπιε με με τη μία, σε ικετεύω" δεν έχω. (Ναι, με ικετεύουν τα σοκολατάκια να τα φάω, τι ζόρι τραβάτε εσείς;)

Τότε, λοιπόν,  που έγραφα περί ρατσισμού, τα έβαλα όλα σε έναν ντορβά και τα έκανα πουρέ. Σήμερα θα επικεντρωθώ σε ένα συγκεκριμένο είδος ρατσισμού. Στον κοινωνικό ρατσισμό απέναντι στους ευχάριστα διαμορφωμένους, στους παχύσαρκους, τους υπέρβαρους, τους χοντρούς. Και, όχι, δε θα κάνω κοινωνικο-επικοινωνιακή-γουατέβα ανάλυση για τα πρότυπα που μας χώνουν στο κεφάλι ούτε για τη βουλιμία ούτε για την ανορεξία. Θα εστιάσω στο πόσο κακοί μπορούμε να γίνουμε απέναντι σε έναν άνθρωπο με περιττά κιλά. Στο πόσο εκείνος επηρεάζεται από όλα τα κακεντρεχή (και ευφάνταστα πολλές φορές) σχόλια που ακούει από τον περίγυρο. Στο πού τελικά καταλήγει όλο αυτό το σκηνικό. 

Παχύσαρκος, γεματούλης, μπουλούκος, χοντρός, βαρέλας, αρκούδα, ντουλάπα η δίφυλλη/τρίφυλλη/πεντάφυλλη (πόσα φύλλα μπορεί να έχει πλέον μια ντουλάπα ο-ε-ο), μπουχέσας, χοντρολίπαρος, βοίδι, πατσοκοιλιάς, χοντρομπαλάς, μπόγος, τόφαλος, παλαιστής σούμο, θωρηκτό Ποτέμκιν, μπόγος. Λίγοι από τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε ή να ασκήσουμε κριτική σε άτομο με πολλά κιλά. Έπειτα προχωράμε στις εκφράσεις που χρησιμοποιούμε απευθυνόμενοι στους ίδιους: "Άμα δεις και δεν χορταίνεις, σταμάτα/μάσησε καμία τσίχλα/ξεκίνα πλέξιμο", "Τις πας εύκολα τις κατηφόρες εσύ, ε; Κουτρουβαλώντας!", "Καλύτερα να σε ντύνουμε, παρά να σε ταΐζουμε", "Ποιος θα σε πάρει, μωρή, έτσι τοφάλα που έγινες; Θα φοβηθεί ο άνθρωπος ότι θα τον φας κι αυτόν!". 

Τα τινά τώρα, σχετικά με το πόσο επηρεάζεται ο περί ου ο λόγος τροφαντός άνθρωπος είναι τα εξής: Πρώτον και κυριότερο: Βουλώνει τα αυτιά με λιωμένη σοκολάτα γάλακτος σε θερμοκρασία λίγο πριν την πήξη, εκεί που είναι εύπλαστη και μπορεί να χρησιμοποιηθεί πιθανώς και ως ωτοασπίδα και συνεχίζει να τρώει ανέμελος στα λιβάδια, στις λεωφόρους, στα στάδια, ΤΑ στάδια, τα πάντα όλα. Δεύτερον: Μαζεύει όλη την κακία που ακούει σε όλα τα χρόνια της ζωής του και του βγαίνει στους άλλους ακόμα και όταν αναπνέει. Τρίτον: Μετατρέπεται σε έναν μισάνθρωπο, που κλείνεται στον εαυτό του και περνάει τον χρόνο του τρώγοντας. Μόνος του. 

Αν, λοιπόν, πάρουμε ως δεδομένο ότι η παχυσαρκία/υπερφαγία είναι ένα πρόβλημα -για τον άνθρωπο που το ζει και ΟΧΙ για σένα, ταγάρι-, η συμπεριφορά της πλειοψηφίας των άλλων απέναντί του απλώς δυσχεραίνει τη κατάσταση, διογκώνει το πρόβλημα, δεν οδηγεί σε τίποτα καλό. Ως εκ τούτου, ας μετριάσουμε τα πικρόχολα σχόλια απέναντι στα άτομα με περιττά κιλά. Αφ' ενός γιατί ΤΙ ΣΕ ΚΟΦΤΕΙ ΕΣΕΝΑ, ΡΕ ΤΑΓΑΡΙ, ΠΟΣΑ ΚΙΛΑ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ Ο ΑΛΛΟΣ και αφ' ετέρου γιατί τα κιλά που κουβαλάει ο καθένας δεν διαμορφώνουν και απαραίτητα την προσωπικότητά του. Ακριβώς επειδή δεν έχει να βασίζεται στην εξωτερική του εικόνα, πολλές φορές δουλεύει πολύ περισσότερο το μυαλό του, κι έτσι βλέπεις πολλά άτομα με παραπανίσια κιλά να έχουν απίστευτο χιούμορ και τρομερή οξυδέρκεια. Όχι, δεν είναι κανόνας αυτό. Αλλά, ναι, συμβαίνει. Όπως επίσης συμβαίνει τα μπάνικα, συλλεκτικά, μουσειακά γκομενικά κομμάτια να αφήνουν ακατοίκητο το ρετιρέ, διότι δεν χρειάζεται να το χρησιμοποιήσουν. Με το ισόγειο τη βρίσκουν την άκρη τους. (χιντ χιντ). 

Καταλήγω, λοιπόν, το μακροσκελές αυτό κείμενο, και χωρίς να τρώω σοκολατάκια, περιττή η διευκρίνιση και άχρηστη ίσως, αλλά ένιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ... Καταλήγω, λοιπόν: Άσε τον χοντρούλη στην ησυχία του. Σταμάτα τα κακεντρεχή σχόλια για τα κιλά του και τις ηλίθιες συγκρίσεις με όλο το ζωικό βασίλειο. Αν θες να τον βοηθήσεις, σκούντα τον να πάτε για κανένα περπάτημα, για ποδήλατο, στο γυμναστήριο, κάπου. Θύμισέ του, ως φίλος, ότι νοιάζεσαι για την υγεία του και δε θες να ζορίζεται η καρδιά του. Τώρα θα μου πεις, αν ήσουν φίλος του, δε θα έκανες αυτά τα σχόλια. Να, είδες; Το έχασα. Η έλλειψη σοκολάτας φταίει, το δηλώνω ευθαρσώς! Για να τελειώνουμε, λοιπόν: Ο χοντρός δεν είναι και χοντρόπετσος απαραίτητα. Καλό δεν χρωστάς βέβαια, μόνο την κακία έχεις στην άκρη της γλώσσας έτοιμη προς εκτόξευση, αλλά ΑΝ, λέω ΑΝ σκεφτείς ότι το δικό σου μειονέκτημα εξωτερικής εμφάνισης γίνεται το επίκεντρο κακεντρεχούς σχολιασμού όποιου σε αντικρύζει, ΙΣΩΣ, λέω, ΙΣΩΣ να ξενασκεφτόσουν λίγο προτού πετάξεις την χολίτσα σου στον χοντρούλη. ΕΧΕΙ ΚΙ Ο ΧΟΝΤΡΟΥΛΗΣ ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΗΝ ΠΛΗΓΩΝΕΙΣ.