Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Περί Άγνωστης Ταυτότητας Οικιακών Αντικειμένων

Άγνωστης Ταυτότητας Οικιακά Αντικείμενα για τον Άγγλο: 

Πιγκάλ: Μια υπερμεγέθης οδοντόβουρτσα που κοσμεί τις τουαλέτες όλων των σπιτιών. Συνήθως τοποθετημένη στα πλάγια της λεκάνης. Ωστόσο, κανείς δεν ξέρει πού χρησιμεύει και γιατί βρίσκεται εκεί. Ίσως να θεωρείται διακοσμητικό τουαλέτας, ποιος ξέρει; 

Κατσαρόλα: Βαρύ μεταλλικό αντικείμενο που κοσμεί τις κουζίνες όλων των σπιτιών. Συνήθως δε, σε πολλά διαφορετικά μεγέθη. Κάποια διαθέτουν ακόμα και μακριά λαβή, ενώ τα ίδια είναι πιο χαμηλά και φαρδιά. Άθικτα στα περισσότερα από τα σπίτια. Κανείς δεν ξέρει γιατί τα ντουλάπια έχουν τόσα μέσα. Ίσως  να πρόκειται για διακοσμητικά ντουλαπιών, ποιος ξέρει;

Ηλεκτρικό σίδερο: Πλαστικό και μεταλλικό αντικείμενο με καλώδιο και ρευματολήπτη που βρίσκεται σε όλα τα ντουλάπια των utility rooms όλων των σπιτιών. Σε κάποια σπίτια δε, είναι μέσα στην αρχική των συσκευασία. Ίσως να πρόκειται για διακοσμητικό ντουλαπιού, ποιος ξέρει;

Μαγειρεμένο φαγητό: Error 404 Page Not Found

Παραδοσιακό φαγητό: Error 404 Page Not Found

Φρεσκοπλυμένα ρούχα/κλινοσκεπάσματα/πετσέτες: Error 404 Page Not Found

Τακτοποιημένα Σπίτια: Error 404 Page Not Found

Καθαρά Σπίτια: χαχαχαχαχαχαχαχαχα


Το skirting board, όμως, φίλε μου, κοινώς το σοβατεπί, το ξέρουν ΟΛΟΙ. Δεν κόβω και το κεφάλι μου ότι το ξέρουν βασικά, απλώς ΟΛΟΙ θα σου πουν ότι θέλουν να τους το καθαρίσεις. Μπορεί να το άκουσαν σε καμιά εκπομπή ξέρω 'γω και στην πραγματικότητα να θεωρούν ότι είναι καμία χρησιμότατη οικιακή ηλεκτρική συσκευή, που αν δεν είναι καθαρή δε θα μπορούν να φάνε. Όπως, ο φούρνος μικροκυμμάτων. ΚΑΘΟΛΟΥ τυχαίο το παράδειγμα. Ό,τι δεν μπαίνει στα μικροκύμματα δεν τρώγεται. Τόσο απλό. 
Την ερχόμενη εβδομάδα θα διεξαχθεί έρευνα και θα επανέλθω με τα αποτελέσματα.
Πελάτης: Could you make sure you clean the skirting boards, please? (χωρίς please, ούτε γάντια δε βάζω, δεν παίζει!)
Νότα: Sure, no problem. But since my English isn't that good, could you show them to me? Τσααααααααααακ Εδώ σε θέλω, κάβουρα, που τρως όλες τις κατεψυγμένες αηδίες και τις βαπτίζεις φαγητό! 

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

Για τη μαμά του Δημάρχου...

Μαγουλιάρης, με ξανθά μπουκλάκια που έπεφταν στο πλάι του προσώπου του σαν χρυσά δαχτυλιδάκια. Παιχνιδιάρικα ματάκια αλλά σοβαρά. Από μικρούλης είχε ένα βλέμμα σοβαρό και συνοφρυωμένο. Όταν φόρεσε και τα γυαλάκια, σοβάρεψε πιο πολύ. Λίγο σαν να ήξερε τι τον περίμενε στο μέλλον... Βαριέται λίγο να διαβάζει τα μαθήματά του. Του αρέσει να κάνει χαζοφαρσούλες, να παίζει με τα Lego, να διαβάζει, να παίζει Minecraft και να βλέπει κανένα βιντεάκι πριν κοιμηθεί για να "χαλαρώσει". Κι ίσως μετά, αφού χαλαρώσει, να σκέφτεται τι θα κάνει τελικά όταν θα γίνει "Δήμαρχος της Ελλάδας"... 

Τη μαμά του ξέρω καλά, τον μπαμπά του δεν τον ήξερα τόσο. "Ήξερα", ναι. Έχει φύγει ο μπαμπάς του λίγα χρόνια πριν. Αρρώστησε, πήγε στο νοσοκομείο και μετά έφυγε. Ο Δήμαρχος δεν τον ξανάδε. Κι η μαμά του αναγκάστηκε να του το πει. Οι δυο τους κάθονταν σε κάτι σκαλάκια. Μάζεψε όση δύναμη είχε και το είπε στο μικράκι της. Ήξερε πως το μικράκι θα πονέσει, θα κλάψει, θα έχει για πάντα μια ανοιχτή πληγή μέσα του. Θα νιώθει πάντα την απουσία. Πονούσε κι η μαμά μαζί. Πάντα πονάει μαζί η μαμά...

Τη μαμά του την ξέρω καλά. Πολύ καιρό αφότου έφυγε ο μπαμπάς του Δημάρχου, η μαμά βρήκε έναν σύντροφο καλό. Έναν καλόκαρδο γίγαντα. Αγαπήθηκαν πολύ, δέθηκαν πολύ. Κι ο Δήμαρχος δέθηκε πολύ με τον γίγαντα, έγιναν φιλαράκια. Ναι, σαφώς τσακώνονταν, λογομαχούσαν ενίοτε, αλλά ήταν καλά φιλαράκια. Χασκογελούσαν, έκαναν χαζοφαρσούλες, ο γίγαντας πήγαινε τον Δήμαρχο στη στάση το πρωί να πάρει το σχολικό, ήταν φιλαράκια. Ζούσαν κι οι τρεις μαζί και περνούσαν ωραία. Είχαν τη φωλίτσα τους, τις συνήθειές τους, τις αγαπίτσες τους και τους τσακωμούς τους. 

Τη μαμά του την ξέρω καλά, τον καλόκαρδο γίγαντα δεν τον ήξερα τόσο. "Ήξερα", ναι... Έφυγε και ο καλόκαρδος γίγαντας λίγο καιρό πριν. Αρρώστησε, πήγε στο νοσκομείο και μετά έφυγε. Ο Δήμαρχος δεν τον ξανάδε. Κι η μαμά του αναγκάστηκε να του το πει. Δεν ξέρω πού κάθονταν αυτή τη φορά. Ξέρω, όμως, ότι τώρα η μαμά πονούσε ακόμα πιο πολύ και χρειάστηκε να μαζέψει ακόμα περισσότερη δύναμη για να το πει στο μικράκι της. Κι ήξερε και πάλι πως το μικράκι θα πονέσει, θα κλάψει, θα έχει πάντα δύο ανοιχτές πληγές μέσα του. Θα νιώθει τις απουσίες. Πονούσε κι η μαμά μαζί. Πάντα πονάει μαζί η μαμά...

Τη μαμά του την ξέρω καλά, τον Δήμαρχο όχι τόσο. Ξέρω, όμως, πως η μαμά σύντομα θα πατήσει και πάλι στα πόδια της, θα νιώσει και πάλι πιο δυνατή. Για εκείνη, για τον Δήμαρχο, για αυτούς που την αγαπούν, για την ίδια τη ζωή. Πάντα η μαμά νιώθει πιο δυνατή. Πάντα η μαμά βρίσκει τρόπο. Γιατί μέσα στην καρδιά της μαμάς είναι πάντα ζωγραφισμένη μια μαγουλοφατσούλα με γυαλάκια και με ξανθά - κοντά - μαλλάκια πλέον, την οποία θέλει να βλέπει να χαμογελάει, να χασκογελάει και να κάνει σχέδια για τη μελλοντική "δημαρχία της Ελλάδας". Και να ρίχνει και καμία πρίτσα όταν βλέπει βιντεάκια φορώντας ακουστικά, νομίζοντας ότι δεν τον ακούμε.

Τη μαμά του την ξέρω καλά. Ξέρω πως σύντομα θα μπορέσει...

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Περί διάλυσης

Έχω πει πολλές φορές ότι η γραφή για μένα λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά. Για λόγους σχετικούς με το ζαβό του χαρακτήρα μου, σταμάτησα καιρό να γράφω. Ως εκ τούτου, μαζεύτηκαν διάφορα που με μπλόκαραν. Όταν δεν γράφω δε, μιλάω ασταμάτητα. Και δεν πάει πολύς καιρός που κατάλαβα ότι μιλάω πολύ λέγοντας κυρίως χαζοχαρούμενες αηδίες, όταν κάτι προσπαθώ να κρύψω. Από μένα κυρίως. Και - δυστυχώς - όχι γιατί είμαι αδύναμη, αλλά επειδή φοβάμαι τη δύναμή μου. Φοβάμαι, δηλαδή, ότι θα πάρω κεφάλια αν αφεθώ, τη στιγμή που ο άλλος μισός μου εαυτός λέει: ρίξε μαύρη πέτρα και μην ασχολείσαι, μην προδίδεις τον εαυτό σου.

Να τώρα δίλημμα. Οι άνθρωποι που δεν διχάζονται μεταξύ του αυθορμητισμού και της ώριμης σκέψης δεν μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ, τι νιώθω. Το αυθόρμητο, το αδιύλιστο του χαρακτήρα μου, αντιδρά σε κάθε ερέθισμα. Με έκανες να γελάσω; Θα σε αγαπώ παθιασμένα. Με έκανες να κλάψω; Θα τρέξω να κρυφτώ. Με θύμωσες; Θα μουτρώσω αμέσως. Με νευρίασες; Θα σε στολίσω σαν χριστουγεννιάτικη βιτρίνα των Χάροντς. 
Το (συναισθηματικά) ώριμο του χαρακτήρα μου δεν αντιδρά άμεσα. Με έκανες να γελάσω; Θα σκεφτώ: έξυπνο άτομο αυτό, για να δούμε παρακάτω. Με έκανες να κλάψω; Θα σκεφτώ: Ίσως δεν ήταν εσκεμμένο, ίσως είμαι υπερευαίσθητη. Με θύμωσες; Πάλι σε εμένα θα το ρίξω, επειδή είμαι λίγο φυτίλι στην τσαντίλα. Με νευρίασες; Θα τρέξω να κρυφτώ. (Πού 'σαι, ρε Φρόιντ, να σκίσεις τις σημειώσεις σου, να τους βάλεις φωτιά και να χορέψεις λαμπάντα ξεβράκωτος γύρω τους;!) 

Επιστημονικά μιλώντας πάντα, το αυθόρμητο του χαρακτήρα μου είναι πιο "φυσιολογικό". Ως επί το πλείστον τουλάχιστον. Γιατί έχει τις κατάλληλες αντιδράσεις στα αντίστοιχα ερεθίσματα. Το - ο θεός να το κάνει - συναισθηματικά ώριμο, πάλι, είναι ασταθές κι επικίνδυνο. Διότι βάζει συνεχώς αποσιωπητικά, παύσεις, δίνει χρόνο, ευκαιρίες, καταπίνει, στοιβάζει, υπερφορτώνει, υπερθερμένεται, σκάει, έκρηξη, αίματα παντού. (Φοβερό κρεσέντο, δέκα χρόνια πιάνο δεν πήγαν χαμένα τελικά, γαμώ το δεσοξυριβουνουκλεϊκό οξύ μου.)

Για να κλείσω, θα επιστρέψω στο "φοβάμαι τη δύναμή μου". Η ζωή σε μαθαίνει, εσύ δεν ξέρεις τίποτα. Ούτε ποιος είσαι δεν ξέρεις. Σε καταλαβαίνεις στην πορεία. Και - ενδεικτικά θα αναφέρω - πως όταν έχεις δει ότι καλώς ή κακώς μπορείς χωρίς ήλιο, χωρίς πιτόγυρα, χωρίς μερέντα, χωρίς το σπίτι σου, χωρίς τους φίλους σου κοντά, χωρίς τα γνώριμα και τα οικεία σου, χωρίς τη δουλειά σου, χωρίς τη θάλασσα, χωρίς το Ναύπλιο, χωρίς ανθρώπους στη ζωή σου που θεωρούσες αίμα σου, χωρίς ανθρώπους που έφυγαν από τη ζωή.... αρχίζεις να σε καταλαβαίνεις, αρχίζεις να σε φοβάσαι. Αρχίζεις να φοβάσαι στη θέα όσων μπορείς without. Οπότε, ναι. Επειδή φοβάμαι τη δύναμή μου, θα εθελοτυφλώ, θα ονειροβατώ, θα κάνω πως δεν κατάλαβα, θα βάζω αποσιωπητικά και παύσεις μέχρι να τελειώσει η υπομονή. Και μετά θα τα παίρνω όλα σβάρνα. Και θα γράφω για να μεγαλώνει η απόσταση. Μεταξύ σιωπής και διάλυσης.
Με άλλα λόγια, πιο απλά, πιο λιτά, πιο απέριττα, θα ζω κινούμαι μεταξύ αυθορμητισμού και ωριμότητας, θα πηγαίνω όπου με καλούν οι σειρήνες της καρδιάς, και μετά θα βαράω το κεφάλι μου στον τοίχο για τη φωνή της λογικής που δεν άκουσα, και θα διαλύω τα πάντα. Εμένα κυρίως. Αλλά και τους άλλους. Μη θαρρείς που θα γλιτώσεις.... Δυνάμεις μαζεύω ;) 

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Περί ρατσισμού...

Πολλά λέγονται και γράφονται περί ρατσισμού τις τελευταίες μέρες... Ο καθένας λέει τη "γνώμη" του. Νιώθω την ανάγκη πάλι να αναφερθώ στο γεγονός ότι η γνώμη προϋποθέτει γνώση. Του σοφού αυτού ρητού, βέβαια, αποκλίνουμε συχνά πυκνά όλοι, αλλά όσο πιο πολύ απομακρύνεσαι από τη γνώση, τόσο πιο ταγαρικού περιεχομένου θα 'ναι κι η γνώση σου. Απλά μαθηματικά. 

Λοιπόν, σκέφτομαι μέρες πως σε έναν βαθμό είμαστε όλοι ρατσιστές. Άλλοι με τους ξένους, τους μετανάστες, τους πρόσφυγες, τους ισλαμιστές, τους θρήσκους, τους άθεους, τους μαύρους, τους αθίγγανους, τους ομοφυλόφιλους, τους σαδιστές, τους μαζοχιστές, άλλοι με τους ηλίθιους, άλλοι με τους αγράμματους, άλλοι με αυτούς που έχουν γνώμη για όλα και άλλοι με τα ταγάρια (χιντ χιντ). Δε μας αρέσει να μας τσουβαλιάζουν, να μας βάζουν ταμπέλες, αλλά το κάνουμε όλοι. Δεν μας αρέσει να μας κρίνουν βάσει των πιστεύω ή των επιλογών μας, αλλά το κάνουμε όλοι. Κρυφά ή φανερά. Βροντοφωνάζοντας ή ψιθυρίζοντας σε ώτα ομοϊδεατών μας. 

Χαρακτηρίζουμε και κρίνουμε τον άλλον βάσει απόψεων, πιστεύω, πεποιθήσεων, επαγγέλματος... Επαγγέλματος, είπα... Εγώ, ας πούμε, ως καθηγήτρια και μεταφράστρια έχαιρα της εκτίμησης πολλών. Όταν οι καταστάσεις, όμως, τα έφεραν έτσι ώστε να βγάζω τα προς το ζην ως καθαρίστρια, ω του θαύματος, η εκτίμησή τους μειώθηκε. Φίλη περνούσε δύσκολα οικονομικά στην Ελλάδα και ψαχνόταν να φύγει στο εξωτερικό. Όταν της πρότεινα να τη φιλοξενήσω εδώ μέχρι να τακτοποιηθεί, άκουσα το αμίμητο: "Και τι να κάνω, ρε Νότα; Να καταντήσω καθαρίστρια σαν εσένα;". Η επιλογή του ρήματος ήταν όλα τα λεφτά. Ταμπελίτσες. Btw, κουκλίτσα μου, ετεροχρονισμένα να σου πω - όπως λειτουργώ πάντα ως σωστό χρηματοκιβώτιο - δεν υποβίβασες εμένα με αυτή σου την απάντηση. Εμένα ίσως να με στενοχώρησες και να με απογοήτευσες για τις επιλογές που κάνω ενίοτε σε φίλους. Αλλά δεν με υποβίβασες. Απλώς έδειξες τον πραγματικό σου εαυτό :) 

Για να μη μακρυγορώ, τείνω να καταλήξω ότι ο κόσμος είναι φτιαγμένος έτσι, ο άνθρωπος είναι έτσι, που δε γίνεται να ΜΗΝ είσαι ρατσιστής ύπο μια έννοια. Από τη στιγμή που κρίνεις τον άλλον γιατί δεν ξέρει κάτι ή για αυτό που κάνει ή για αυτό που πιστεύει ή για αυτό που είναι, είσαι ρατσιστής. Και, σκέψου καλά, αναλογίσου, πες την αλήθεια στον εαυτό σου... Δεν το κάνεις κι εσύ; :) 
Κρίνεις και τσουβαλιάζεις και βάζεις ταμπέλες σύμφωνα με όσα ξέρεις, μέχρι εκεί που φτάνει το μυαλό σου. Άνοιξέ το λίγο, μάθε πιο πολλά, σκέψου δέκα φορές - μίλα μία. Δε γίνεσαι πιο μάγκας όταν λες τα πιο πολλά. Ούτε πιο έξυπνος. ΙΣΩΣ πιο έξυπνοι να γίνουμε αν ακούμε πολύ περισσότερο από όσο μιλάμε. 

Σκέψου καλά... Σε τι σου φταίει ο μετανάστης, ο ομοφυλόφιλος, ο αμόρφωτος, ο ακοινώνητος, ο ξερόλας, ο θρησκόληπτος, ο άθεος, ο όποιος. Σκέψου αν σου φταίει αυτός ή κάνεις προβολή σε αυτόν δικά σου θεματάκια και ξεσπάς - δικαιολογημένα ή όχι - σε "εύκολους" στόχους. Είναι δύσκολο να δεχτείς χωρίς επικριτικά σχόλια το διαφορετικό. Αλλά είναι και ανοησία να εκμηδενίζεις ό,τι διαφορετικό. Ας ανοίξουμε τα μυαλά μας, την οπτική και τη δεκτικότητά μας στο διαφορετικό. Αν όχι γιατί μεγαλώνοντας ωριμάζουμε, ας είναι έστω ο φόβος κίνητρο. Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι μπορεί να βρεθείς στη θέση του; Δε θα ήθελες  να σε έχεις τόσο στενόμυαλό απέναντί σου, πίστεψέ με. 

Είναι δύσβατο μονοπάτι, παιδιά, αλλά αξίζει να το διαβούμε. Για εμάς τους ίδους, για τον κόσμο που ζούμε, για τα παιδιά που μεγαλώνετε, για το αύριο... Αξίζει λίγη προσπάθεια. Για εμάς. Κυρίως. Για να μη γινόμαστε ΤΑΓΑΡΙΑ <3

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Περί γκρίνιας...

Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό, κάποιος γκρινιάζει για κάτι. Εσύ, ο θεατής, ο αμέτοχος, το ακούς ή το διαβάζεις και βγάζεις σπυριά στα μάτια, θέλεις να πάρεις ένα πηρούνι και να γδάρεις τον αμφιβληστροειδή σου. Είναι καλοκαίρι; Γκρινιάζουν ανηλεώς για τη ζέστη/το λιοπύρι/τον καύσων και παρακαλάνε ως άλλοι ισλαμιστές τον Αλλάχ να φέρει τον χειμώνα. Εισακούστηκε από τον Αλλάχ; Ήτοι, πέρασαν οι τέσσερις μήνες της κολάσεως και ήρθε ο χειμώνας; Γκρινιάζουν για το κρύο/το πετρέλαιο/τη βροχή και κάνουν δεήσεις στο δωδεκάθεο για λίγη λιακάδα. (Η υποφαινόμενη δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία. Όταν βρέχει 364 μέρες τον χρόνο, αν δεν γκρινιάξεις για αυτό, θες γκρουπ γιατρών υπό την επίβλεψη του Χάουζ να σε κοιτάξουν διεξοδικά κάνοντας όλες τις απαραίτητες εξετάσεις. Πρώτα διχοτόμηση μεσολοβίου, ακολουθούμενη από λοβοτομή.)

Και η γκρίνια συνεχίζει. Έχεις δουλειά; Γκρινιάζεις γιατί κουράζεσαι/για το άδικο αφεντικό/για τις πενιχρές απολαβές. Δεν έχεις δουλειά; Γκρινιάζεις για τον άδικο κόσμο/τον Τσίπρα/τα μνημόνια/τους μετανάστες. Έχεις γκόμενο; Γκρινιάζεις γιατί σε γράφει/ροχαλίζει/είναι μαμάκιας. Δεν έχεις; Γκρινιάζεις γιατί όλοι είναι γουρούνια/αναίσθητοι/δεν υπάρχουν άντρες. Μένεις στην Ελλάδα; Γκρινιάζεις για την οικονομία/την απεργία/τους προδότες μετανάστες που μόλις είδαν τα σκούρα έφυγαν. Μένεις στο εξωτερικό; Γκρινιάζεις γιατί δεν έχει ήλιο/δεν έχει σουβλάκια/τα τσιγάρα είναι ακριβά. (Την ξέρω αυτή την τελευταία. Περίεργος άνθρωπος, προσεγγίστε με ίδιαν ευθύνη)

Κάτι μου λέει πως και όλα καλά να σου πάνε, τελικά θα γκρινιάζεις για να γκρινιάζεις. Από συνήθεια. Για να ασχοληθεί κάποιος μαζί σου. Για να βγάζεις τη χολή σου σε περιτύλιγμα "δεν-φταίω-εγώ-η-στραβή-μου-η-τύχη-φταίει-για-όλα" και να μην παραδεχτείς πως κατά βάθος είσαι ένα αχάριστο είδος που ό,τι και να έχει πάντα θα θέλει αυτό που δεν έχει, που δεν είναι ποτέ ευχαριστημένο με τίποτα, που υπολογίζει την πικρία του μετρώντας όσα ΔΕΝ έχει, αγνοώντας ό,τι έχει, παίρνοντάς το πάντα ως δεδομένα. Και δεν έχεις καταλάβει ακόμα πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ούτε η δουλειά ούτε η οικογένεια ούτε οι φίλοι ούτε η υγεία ούτε η ευημερία. Εφόσον δεν είναι η ζωή, πώς να είναι όλα τα άλλα; Κι αυτό δεν σημαίνει "ζήσε την κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία σου", όχι. Δεν έχει πρακτική εφαρμογή αυτό. Αυτό απλώς σημαίνει, Σ Τ Α Μ Α Τ Α ΝΑ Γ Κ Ρ Ι Ν Ι Α Ζ Ε Ι Σ, μας γάνωσες το στομάχι, κούρασες, φτάνει! 

Η μίρλα κι η μιζέρια κι η κακομοιριά και η ΓΚΡΙΝΙΑ δε θα αλλάξουν κανένα από τα πράγματα που σε χαλάνε. Αντιθέτως. Θα επιδεινώσουν μια πιθανόν άσχημη κατάσταση. Αν θες κάτι να αλλάξει, άρχισε να κοιτάς, να μετράς, να εκτιμάς ό,τι έχεις, και να παλεύεις για ό,τι θες και δεν έχεις. Από μόνη της άλλωστε η ζωή είναι μια πάλη. Από το να παλεύουν, λοιπόν, όλοι οι υπόλοιποι να μη σκίσουν τις φλέβες τους με τα cryogenic μαχαίρια που είχαν πάρει μια εποχή από τελεμάρκετινγκ και ως τώρα τα έτρωγε η σκόνη, καλύτερα να παλέψεις εσύ την παρόρμηση της γκρίνιας και να διοχετεύσεις την ενέργεια αυτή σε κάτι πιο παραγωγικό που ίσως αποφέρει και κάποιο αποτέλεσμα. Μέτρα το γρασίδι, αν χρειαστεί. Αλλά Σ Τ Α Μ Α Τ Α ΝΑ Γ Κ Ρ Ι Ν Ι Α Ζ Ε Ι Σ. 

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Περί ξεφτίλας...

Οι άνθρωποι, όσο ζεις, δε θα πάψουν ποτέ να σε εκπλήσσουν. Είτε θετικά είτε αρνητικά. Πάντα θα λένε ή θα κάνουν κάτι που - όσο Χορταρέα και να θέλεις να θεωρείς τον εαυτό σου - και θα σε εκπλήσσουν. Εντάξει, για να είμαστε ειλικρινείς, κερδίζουν στο χαλαρό όσοι μας εκπλήσσουν αρνητικά. Υπερτερούν. Είναι πολλοί. Είναι παντού! Ας το παραδεχτούμε.

Κι ας πούμε ότι εμπίπτει στο χορταρεϊκό σου ταλέντο ότι περιμένεις την ξινίλα/κακία/πικρόχολο σχόλιο/εξόφθλαμη ζήλια στην καθημερινότητά σου, στα απλά μικρο-επιτεύγματα της ζωής σου, στα κατορθώματα που κρυφά ή φανερά καμαρώνεις  και περίμενες ένα ίχνος επιβεβαίωσης ή αναγνώρισης από τους ομότιμούς σου ή τους φίλους ή τους γνωστούς.
Αν, δηλαδή, σου πετύχει το τσουρέκι, θα πει η Κίτσα στη φίλη της "Σιγά, μωρή. Έχεις φάει δικό μου; Το δικό της ήταν λάστιχο!" Αν, πάρεις τη δουλειά που περίμενες, θα πει η Λίτσα στον άντρα της: "Ποιος ξέρει πόσους πήρε για να πάrει και τη δουλειά". Αν σου φύγει ο πάτος στο γυμναστήριο και στην πείνα και χάσεις κανά κιλό και φανεί, θα πει η Πίτσα στην κολλητή της: "Σιγά μη χάνονται έτσι τα κιλά! Της πλήρωσε ο κατές λιποαναρρόφηση!" Και ούτω καθεξής, το πιάσατε το νόημα. Όλα αυτά τα περιμένεις, τα ζεις, τα τρως στη μούρη συχνά, διότι ο κόσμος κατά βάθος είναι μικρόψυχος και δεν δίνει στον άγγελό του νερό και θέλει να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα. Αναμενόμενα, ναι; Δεν εκπλήσσουν, σωστά;

Το προαναφερθέν χορταρεϊκό σου ταλέντο, όμως, ανοίγει η γη και το καταπίνει όταν βλέπεις ανθρωποειδή να λένε πως η πτώση της λαμπαδηδρόμου στην τελετή έναρξης των Παραλυμπιακών Αγώνων ήταν "αηδία". Κυρίες Κοκοβίκου, που προφανώς δεν τους αφήνει το IQ ληγμένου τυρόγαλου να αντιληφθούν ούτε καν πώς είναι η ζωή ενός ατόμου με αναπηρία. Βολεμένες κυράτσες που έχουν την ικανότητα να κινούν τα δάχτυλά τους και να πληκτρολογούν χολή, απευθυνόμενες σε άτομα που έχουν ξεπεράσει συμπληγάδες. Άνθρωποι που θεωρούν πώς όσοι τους επιτίθενται πρέπει να πάνε στη Βόρειο Κορέα, διότι "στην Ελλάδα έχουμε δημοκρατία". Άνθρωποι δίχως συναίσθηση, δίχως συναίσθημα, δίχως λογική, δίχως ντροπή. Ξεφτίλα.

Και νόμιζες ότι μετά από τόσα χρόνια στο διαδίκτυο θα είχες συνηθίσει κάπως τη βλακεία και την ηλιθιότητα των ανθρώπων. Νόμιζες ότι θα είχες συνηθίσει τους ανθρώπους που λένε για να λένε. Νόμιζες ότι θα είχες συνηθίσει την κάθε κυράτσα που επειδή τρώει παντόφλα όταν δεν πετυχαίνει το μπιφτέκι, μπαίνει μετά στο fb να το παίξει Παπανούτσος της ιδέας. Νόμιζες ότι θα είχες συνηθίσει την κακία και την ξεφτίλα. Όμως, οι άνθρωποι δεν παύουν να σε εκπλήσσουν...

Ντροπή μας, άσχημε κόσμε. Ξεφτίλα, άσχημε κόσμε...

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Περί έρωτος (το "και άλλων δαιμονίων" μας το έφαγε ο Μάρκες στη στροφή)

Νομίζεις ότι έχεις ενεργό συμμετοχή στην επιλογή; Μιλάνε οι φερομόνες; Μιλάνε τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, τα εκφραστικά μάτια, το θεληματικό πηγούνι; (αυτό που ποτέ δεν κατάλαβα τι εστί θεληματικό πηγούνι είναι άλλο θέμα). Βλέπεις, δηλαδή, έναν άνθρωπο, συναναστρέφεσαι για λίγο μαζί του και, τσουφ, σε χτυπάει το βελάκι του φτερωτού θεού; Νομίζεις ότι σε τραβάνε οι ομοιότητες ή ισχύει ότι τα ετερώνυμα έλκονται; Νομίζεις ότι θα καταλήξω σε κάτι τύπου τεστ, "αν απαντήσεις τέσσερα ναι, τότε είσαι γεννημένος εραστής"; Γελάστηκες. Το πιθανότερο είναι ότι θα αραδιάσω τις σκέψεις κάπως έντεχνα, τύπου "έπαιρνα Α σε όλες τις εκθέσεις στο Proficiency" και θα σε αφήσω με τα ερωτηματικά, γιατί τέτχοια είμαι.

Κάνε ριγουάιντ. Πήγαινε πίσω στον τελευταίο - ας πούμε - έρωτα που έζησες. Προσπάθησε να εντοπίσεις τη στιγμή που συνειδητοποίησες ότι είσαι ερωτευμένος. Τη βρήκες; Οκ. Και τώρα πες μας: Ήταν που διάλεγε προσεκτικά τις λέξεις που θα σε θάμπωναν; Ήταν που πρόσεχε ό,τι έλεγες και το θυμόταν κι έτσι σε έκανε να νιώθεις ότι ενδιαφέρεται κι αυτό το βρήκες γοητευτικό και κολακευτικό; Ήταν που είχατε τόσα κοινά; "Αχ, κι εσένα είναι η αγαπημένη σου ταινία Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι; Πω, τι σύμπτωση! Λίγοι προσέχουν τέτοιες λεπτομέρειες!" "Ψέματα! Έχω διαβάσει το Άνθρωποι και Ποντίκια είκοσι φορές από το νήπιο ως το Λύκειο! Πόσο ταιριάζουμε;!" "Νταξ, σοβαρά τώρα; Με Portishead με νανούριζε η μάνα μου!" Ή μήπως ήταν ότι σου μάθαινε πράγματα που δεν ήξερες και σε συνδυασμό με τα ντάντι ίσουζ σου τον ανέβαζες σε βάθρο και του έπλενες τα πόδια με ροδόνερο; "Καθόλου δε με φόβισε το kite surfing! Ενθουσιάστηκα! Την Τρίτη θα το λέω στα κορίτσια στο κομμωτήριο και δε θα με πιστεύουν!" "Διάβασα την Οδύσσεια του Καζαντζάκη σε δυο μέρες.... Είχες τόσο δίκιο τελικά, δεν κουράζει καθόλου!" "Ναι, τον είχα υποτιμήσει τον Παντελίδη... Έχουν πολύ ρίαλ πόνο τα τραγούδια του. Μου άνοιξες τα μάτια!"

Τι σε γοητεύει, ρε παιδάκι μου; Το ίδιο; Το διαφορετικό; Το πιο πάνω από εσένα; Το υποδεέστερο; Το προσεγμένο; Το ατημέλητο; Το μυαλό σου σου δίνει εντολή "Ερωτεύτηκες" ή το μάτι; Ο συνδυασμός; Τίποτα από όλα αυτά; (Εντάξει, Α μπορεί να μην έπαιρνα στις εκθέσεις του Proficiency, αλλά έχω μεταφράσει πολύ Telemarketing κι αυτό βγαίνει στον κόσμο). 
Ό,τι και να σε γοητεύει θυμάσαι ότι 9 στις 10 φορές κάποια στιγμή ξεθυμαίνει, έτσι; Τελειώνει, πώς το λένε; Πουφ, πάει, gone! Στην εναπομείνασα εκείνη μία στις 10 των περιπτώσεων είναι που μένει κάτι ουσιαστικό, βαθύ, ατέρμωνο, καταπραϋντικό για την ψυχή και το πνεύμα, άρρηκτος δεσμός, καρβουνάκι που χρειάζεται μια μικρή, ανεπαίσθητη σχεδόν σπίθα για να ξανπαπάρει φωτιά και να σε ξανακάψει και πάλι όπως τότε...

Σε κάθε περίπτωση, αν είσαι από τους τυχερούς που αφήνει τον έρωτα να διαβεί το κατώφλι του υπό οποιαδήποτε αφορμή, ζήσε το, απόλαυσέ το, βούτα για μακροβούτι χωρίς αναπνοή, άσε τον να σε κατοικήσει. Είτε τσακισμένος βγεις είτε κερδισμένος, κερδισμένος θα είσαι, το υπογράφω σε λευκό χαρτί. Στην πρώτη περίπτωση, θα καταναλωθούν λίτρα αλκοόλ, θα ανακαλύψεις στίχους από τραγούδια που σου περνούσαν απαρατήρητα, θα λιώσεις, θα κλάψεις, θα βγεις με κολλητούς και θα είσαι ο ξενέρας ο κλαψιάρης ο κολλημένος. Στη δεύτερη περίπτωση, θα είσαι πάντα γεμάτος, δε θα ζητάς επιβεβαίωση από κανέναν, θα έχεις δια βίου σύντροφο ψυχής, η καρδιά σου θα φτερουγίζει πάντα με αφορμές που μόνο δύο αντιλαμβάνονται κι εκτιμούν. Και στις δύο περιπτώσεις, θα γεμίσεις εμπειρίες. Ίσως ο μόνος λόγος για να ζεις.

*Μην ξεχνάς ποτέ, όμως, ότι πρόκειται πράγματι περί "δαιμονίου". Δεν του το χάρισαν του Μάρκες το Νομπέλ, ήξερε τι έγραφε! ;) 

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Πάτος

Αν και γνωστό "καβούρι", που ενώ μπορεί να μιλάω ακατάπαυστα, σπάνια μιλάω για τα ουσιώδη ή αυτά που πραγματικά με απασχολούν (απλώς γιατί στρουθοκαμηλίζω), όταν καταφέρω και το κάνω, δεν είναι λίγες οι φορές που θα ακούσω κάτι πραγματικά ουσιώδες. Όπως αυτό που μου είχε πει μια φίλη: "Τι κι αν είσαι στον πάτο; Είναι το καλύτερο σημείο για να δώσεις ώθηση και να ανέβεις". Και αυτή η κουβέντα με έβαλε σε σκέψεις...

Τι διαθέτει ο "πάτος", αν το καλοσκεφτούμε; Διαθέτει άτομα στραπατσαρισμένα, βασανισμένα, πικραμένα, απογοητευμένα. Έχει ένα "απόσταγμα" από δύσκολες εμπειρίες, από εκείνες που, όταν τελικά τις ξεπεράσεις, καταλήγεις λίγο πιο δυνατός. Γιατί είναι γεγονός πως όταν απομακρυνθείς από ένα δύσκολο γεγονός, αυτό φαντάζει πιο μικρό κι εσύ νιώθεις λίγα χιλιοστά ψηλότερος. Γιατί το βίωσες, το πέρασες, το προσπέρασες και τώρα το κοιτάς από μακριά, νικητής πια, σαν άλλο ένα κατόρθωμά σου. Ωστόσο, αδιαμφισβήτητα, όταν είσαι μέσα στην κατάσταση όλα φαίνονται διαφορετικά. Πιο μεγάλα, πιο δύσκολα, και ίσως μερικές φορές και ανυπέρβλητα. 

Ας επιστρέψω, όμως, στον πάτο. Όταν νιώθεις ότι βρίσκεσαι εκεί, θαρρώ πως βοήθεια δεν θα πάρεις από αυτούς που είναι πάνω, έξω από αυτόν και σε κοιτούν. Συχνά με οίκτο, άλλοτε με την ικανοποίηση του "πάλι καλά που δεν είμαι εγώ εκεί". Νομίζω πως η βοήθεια θα έρθει αν τελικά κοιτάξεις πίσω κάποια στιγμή και δεις πόσα εμπόδια έχεις προσπεράσει. Πόσες απογοητεύσεις τελικά υπερπήδησες. Πόσα φαινομενικά καταστροφικά γεγονότα (για την ψυχική σου ασφάλεια και ηρεμία κυρίως) έχεις αφήσει πίσω. Όλα αυτά, βέβαια, έχουν διττό αντίκτυπο. Από τη μία νιώθεις δυνατός που τα έχεις καταφέρει, από την άλλη νιώθεις και κατάκοπος, με βαρίδια που σε τραβούν ακόμα πιο κάτω, βλέποντας ότι οι δυνάμεις σου σε αφήνουν όσο περνούν τα χρόνια. Μήπως τελικά μεγαλώνοντας πέφτεις όλο και πιο συχνά, ακριβώς λόγω αυτού του βάρους παρελθουσών καταστάσεων; Τείνω να καταλήξω πως όλα αυτά είναι σχετικά και ανάλογα με την ευαισθησία του καθενός. Δεν αντιλαμβανόμαστε όλοι τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Δεν πονάμε όλοι το ίδιο. Και, σίγουρα, δεν χαιρόμαστε όλοι με τα ίδια πράγματα.

Μαραθώνιος η ζωή. Κι όπως είχα πει πρόσφατα σε κάποιον, οι μαραθωνοδρόμοι φτάνουν κάθιδροι και κατάκοποι στον τερματισμό. Και αυτός ο "τερματισμός" στη ζωή μας είναι το πέρας κάθε εμπειρίας, κάθε κατάστασης, κάθε δυσκολίας. Το μόνο σίγουρο, όπως λέει μια φίλη, είναι ότι και αυτή η δυσκολία κάποια στιγμή θα τελειώσει. Το πιθανότερο, όμως, είναι ότι ήρθε για να μας διδάξει κάτι. Το βέβαιο, κρίνοντας από προσωπική εμπειρία, είναι ότι την ώρα που το περνάς δεν είσαι σε θέση να καταλάβεις αυτό το μάθημα. Πνίγεσαι, ασφυκτιάς και ψάχνεις από κάπου να πιαστείς.