Κυριακή 4 Δεκεμβρίου 2016

Περί αναβολής του αναπόφευκτου...

Δεν υπάρχει "ποτέ" και δεν υπάρχει "πάντα". Αυτό τείνει να γίνει πεποίθησή μου. Και σε προκαλώ, φίλε αναγνώστη, να ξεστομίσεις με σιγουριά μια φράση, πχ: "Ποτέ δεν πρόκειται να πάω με παντρεμένο/η", κι αν δε φας καψούρα στο κεφάλι από αυτές που πέφτουν σαν τούβλα από οικοδομή με παντρεμένο/η που "μωρέ, για τα παιδιά κάθομαι, ουσιαστικά έχουμε χωρίσει", εγώ να μην ξαναφάω πιτόγυρο στον αιώνα τον άπαντα! (για να δεις πόσο πιστεύω σε αυτό που λέω δηλαδή, όχι τίποτε άλλο). Και τόλμα να πεις πχ: "Αγάπη μου, θέλω να είμαστε μαζί για πάντα", κι αν δεν σκάσει ο χωρισμός σε τρία τέρμινα ξέρω 'γω, να μη σώσω να ξανακούσω τη φωνή του Κόλιν. Νταξ, έχω μια ροπή προς την υπερβολή, αλλά η ουσία κρύβεται αλλού. Δεν υπάρχει "ποτέ". Δεν υπάρχει "πάντα". 

Στη ζωή μας, η οποία είναι απλώς μια καθημερινή αναβολή του αναπόφευκτου, οι αξίες και τα πιστεύω μας νομίζω ότι είναι αυτά που μας δίνουν ρίζες, σιγουριά, σταθερότητα. Αυτά που μας κάνουν να νιώθουμε (κάπως) φυσιολογικοί, νορμάλ, comme il faut. (Αυτή τη συνήθεια να πετάω Γαλλικά που ΔΕΝ ξέρω, τελευταίως την 'κονόμησα, δεν ξέρω, μη ρωτάτε. Ίσως ξεπετιέται υποσυνείδητα η κρυφοκαψούρα που ΄χω στη φωνή του Αλιάγα, δεν εξηγείται αλλιώς, διότη τη σιχαίνομαι τη γλώσσα). Στο θέμα μας. Αν επιμένουμε σε κάτι χρόνια, νιώθουμε ότι είμαστε σταθεροί χαρακτήρες, στιβαροί, ακλόνητοι βράχοι. Ε, έλα που δεν είμαστε. Ούτε βράχοι ούτε αγάλματα. Τουτέστιν, κάθε εμπειρία, κάθε στιγμή, κάθε τι μπορεί να μας αλλάξει. Μας αλλάζει. Kι αυτό που μέχρι χθες ήταν το "πάντα" μας, σήμερα μπορεί να γίνει το "ποτέ" μας. Κι αυτό δεν είναι κακό...

Αντιθέτως, θαρρώ πως είναι καλό. Φανερώνει εξέλιξη, ευελιξία και σαφώς ανοιχτό μυαλό. Γιατί, αν το καλοσκεφτούμε, άνθρωποι που ξέρουμε επί χρόνια και επί χρόνια εμμένουν στα ίδια, πώς τους λέμε; Ξεροκέφαλους; Σκαλωμένους; Κολλημένους; Μπετόν αρμέ; Κάτι τέτοιο τέλος πάντων. Στιβαρότητα, λοιπόν, φανερώνει κατ' εμέ ο άνθρωπος που δέχεται την αλλαγή, προσαρμόζεται σε αυτή και δεν σκαλώνει. Κάθε ζωντανός οργανισμός επηρεάζεται από το περιβάλλον του (στην περίπτωσή μας δε ΚΑΙ από τις εμπειρίες του) και αλίμονο αν όλα αυτά δεν τον άλλαζαν, αν έμενε ο ίδιος, αναλλοίωτος στην πάροδο του χρόνου. Ο οποίος μας οδηγεί σε έναν αναπόφευκτο μόνοδρομο, αλλά αυτό δε σημαίνει πως μέχρι να φτάσουμε δεν μπορούμε να περνάμε καλά και ασκάλωτα! Have fun, people, και μην κολλάς σε τίποτα. Να χαίρεσαι την καθημερινή αναβολή του αναπόφευκτου για όσο αυτή κρατάει και να μην έχεις ΤΙΠΟΤΑ και ΚΑΝΕΝΑΝ δεδομένο. 

Πέμπτη 1 Δεκεμβρίου 2016

Περί καθαριότητας (η μισή αρχοντιά κι έτσι ασούμε, καμία σχέση αλλά ήθελα να το πω)

Σκέφτομαι καιρό ότι πρέπει να αρχίσω να σημειώνω τις απαιτήσεις των πελατών, τα κουλά της δουλειάς, όλα αυτά που σε κάνουν να ονειρεύεσαι τα κεφάλια τους μέσα σε κουβάδες γεμάτους καυστική ποτάσα. Η οποία δεν ξέρω τι είναι, αλλά το "καυστική" την κάνει επικίνδυνη στο μυαλό μου. Φαντάζομαι αφρούς, λιωμένη σάρκα, κραυγές βοήθειας, κι εμένα με μαύρο μεγάλο καπέλο και τσιγάρο σε μακρύ πιπάκι, να κάθομαι σε έναν χρυσό θρόνο με κόκκινα βελούδινα μαξιλάρια και φυσώντας τον καπνό να βγαίνει και το σαρδόνιο "χαρ χαρ χαρ". (Μεγάλη περιγραφή, μεγάλη φαντασία, πολλά τα απωθημένα, Άρη.)

Επειδή τελευταίως μόνο η μνήμη μου με απατά (χιντ χιντ, γυναίκα μόνη ΔΕΝ ψάχνει), θα αναφερθώ σε τυχαία αλλά τρανταχτά περιστατικά της σχεδόν τριετούς πλέον εμπειρίας μου στο καθάρισμα σπιτιών. Σπιτιών Άγγλων, δια να είμεθα και πιο σαφείς. (Το "ουδέν μονιμότερο του προσωρινού ηχεί στα αυτιά μου κάθε πρωί μαζί με το ξυπνητήρι, θέλω να σημειώσω κάπου εδώ, με πνιχτούς αλαλαγμούς....)

-Πρώτη επίσκεψη σε σπίτι Ρωσίδας, παντρεμένης με Άγγλο: Τουρ στο σπίτι για να μας δείξει τα πώς και τα τοιάυτα. Στάση στις τουαλέτες. "Νιπτήρας, χλωρίνη στη λεκάνη, σκούπα", λέει η Ρωσίδα. "Σφουγγάρισμα;", ρωτάει η Νότα. "Όχι, ό,τι σου είπα", απαντάει το μυγόφτυμα για άνθρωπος. Δεύτερη επίσκεψη, μια εβδομάδα αργότερα. "Ήθελα να σου δείξω κάτι στο μπάνιο. Θέλω με αυτά τα υγρά μαντηλάκια να καθαρίζεις το καπάκι, μετά να το στεγνώνεις με χαρτί κουζίνας. Έπειτα, με αυτό το βουρτσάκι να τρίβεις την εσωτερική εσοχή της λεκάνης με χλωρίνη, και με αυτό το άλλο βουρτσάκι να τρίβεις όλο το εσωτερικό της λεκάνης. Για την ντουσιέρα έχω άλλα βουρτσάκια, ένα για να τρίβεις την περίμετρο κάτω κι ένα για τους αρμούς. Αυτό για το τζάμι, αυτό για τον νιπτήρα, μετά ηλεκτρική και μετά σφουγγάρισμα με τον ατμό". (Μεταξύ πρώτης και δεύτερης επίσκεψης ο κόσμος κάτι παθαίνει. Από εκεί που δεν ξέρει ΚΑΝ την οδοντόβουρτσα, ανακαλύπτει βούρτσες και βουρτσάκια για κάθα πτυχή και σπιθαμή του σπιτιού του. Κι εσύ ανακαλύπτεις νέους τρόπους διαλογισμού και είσαι στο τσακ για τη συγγραφή βιβλίου με τίτλο: Πώς να διοχετεύσετε τις δολοφονικές σας τάσεις")

-Πρώτη επίσκεψη σε σπίτι 70άρας καλοστεκούμενης Αγγλίδας, η οποία με το καλημέρα δηλώνει: Εγώ μπορώ να κάνω τις δουλειές μου, αλλά βαριέμαι πια. Ακολουθεί το εθιμοτυπικό τουρ στο σπίτι. Στάση στην τουαλέτα, κι αφού γίνονται οι καθιερωμένες πλέον επεξηγήσεις περί βουρτσών και βουρτσακίων, ακούγεται η εξής ερώτηση: Νιώθεις άνετα στα τέσσερα; Και γυρνάς το κεφάλι ως άλλο κοριτσάκι του Εξορκιστή και στο μυαλό βουίζει η ερώτηση: Συγγνώμη, θα μας μαμήσεις κιόλας, πώς την είδες;;;; Η κυρία ΣΑΦΩΣ εννοούσε αν έχω πρόβλημα να πέσω στα τέσσερα για να της σφουγγαρίσω την τουαλέτα. ΣΑΦΩΣ. Διότι ως προείπα είναι εβδομηνταφευγάρα και προφανώς αγνοεί την εφεύρεση με την ονομασία: σφουγγαρίστρα. 

-Για τα σοβατεπιά να μην επεκταθώ, τα έχω αναλύσει μια άλλη ωραία μέρα, σε άλλο υπέροχο κείμενο (ΓΝΩΜΗ ΜΟΥ), για το οποίο μετά θάνατον θα με βραβεύσει η Ακαδημία Αθηνών, στην οποία έχω υποσχεθεί και όλο το αρχείο υποτίτλων κατά την οχταετή συνεισφορά μου στα ΜΜΕ για την οποία και τιμήθηκα με το βραβείο του Χρυσού Οσχέου. Εξακολουθώ δε να πιστεύω ότι κανείς τους δεν ξέρει τι είναι σοβατεπί, αλλά σε κάποια εκπομπή άκουσαν ότι πρέπει να είναι καθαρά ξέρω 'γω και σου το κοπανάνε τόσο που βλέπεις εφιάλτες με σοβατεπιά παντού, γεμάτα σκόνη και αράχνες, στους ιστούς των οποίων έχουν τυλιχτεί ΟΛΟΙ σου οι στραβοχυμένοι πελάτες <3 

Θα συνεχιστούν εν ευθέτω οι αναφορές σε τραγελαφικούς πελάτες, μιας κι έχω υλικό για δυο ζωές, αλλά για το τέλος σήμερα αφήνω την ειρωνεία της τύχης μου: Λάτρεψα τον υποτιτλισμό από το πρώτο αρχείο που έκανα, κι ας ήταν ένα τελεμάρκετινγκ της κακιάς ώρας. Ένιωθα ότι δημιουργούσα, ότι προσάρμοζα μια ιστορία για αυτούς που δεν μπορούσαν να την καταλάβουν βάζοντας πάντα την προσωπική μου πινελιά, ήμουν από τους τυχερούς που αγάπησα τη δουλειά μου με άσβεστο πάθος, που δεν τη βαρέθηκα ποτέ, κι ας είναι μια δουλειά που δεν αναγνωρίζεται ποτέ, παρά μόνο αν ο μεταφραστής προβεί σε γκάφα. Όσα χρόνια δούλεψα, μετέφρασα σχεδόν τα πάντα. Τσόντες, ταινίες, σειρές, ντοκιμαντέρ, τελεμάρκετινγκ, από Αγγλικά, Ιταλικά, Γερμανικά, Ισπανικά, Σουηδικά, Τουρκικά, Βουλγαρικά, Ιαπωνικά, Περσικά, και άλλες τόσες γλώσσες που ούτε καν θυμάμαι. Είχα, όμως, μερικά απαγορευτικά: ΔΕΝ μεταφράζω θρίλερ γιατί μετά δεν μπορώ να κοιμηθώ, ΔΕΝ μεταφράζω ντοκιμαντέρ με φίδια γιατί νιώθω ότι περπατάνε επάνω μου, ΔΕΝ μεταφράζω τη σειρά "How Clean Is Your House" (μετά από καμιά 20αριά επεισόδια που έκανα) γιατί σιχαίνομαι τη ζωή μου. Και οι απαιτήσεις μου γίνονταν κατά μεγάλο ποσοστό δεκτές. Δε μετέφραζα τη σειρά, κι η τύχη με έφερε να τα καθαρίζω εγώ η ίδια. Γαμάτο; Ναι... Αυτό.

Πέμπτη 17 Νοεμβρίου 2016

Περί πάχους. Ή περί σοκολάτας. Ή περί κοινωνικού ρατσισμού. Δεν έχω αποφασίσει.

Είχα πάρει φόρα μια μέρα κι έγραφα περί ρατσισμού. Και πήρε μπάλα πολύ κόσμο, κι έγραψα και πολλές βλακείες βασικά. Διότι εγώ γράφω με τον ίδιο τρόπο που τρώω τα σοκολατάκια. Με μία ανάσα. Μαζεύονται οι σκέψεις στο κεφάλι μου όλη μέρα και μετά γυρνάω σπίτι και τις αραδιάζω εδώ. Χωρίς  να γυρίσω πίσω να δω τι "έφτυσα", χωρίς να κάνω διορθώσεις, χωρίς δεύτερη σκέψη (συνήθως). Το "συνήθως" πάει στη γραφή, όχι στα σοκολατάκια. Στα σοκολατάκια δεν έχω ποτέ δεύτερη σκέψη. Μετά τη βρώση, έχω δεύτερη και τρίτη και τέταρτη τύψη. Αλλά δεύτερη σκέψη την ώρα που το έχω μπροστά μου το κουτί και μου φωνάζει: "βάλε με μέσα στο στόμα σου και κατάπιε με με τη μία, σε ικετεύω" δεν έχω. (Ναι, με ικετεύουν τα σοκολατάκια να τα φάω, τι ζόρι τραβάτε εσείς;)

Τότε, λοιπόν,  που έγραφα περί ρατσισμού, τα έβαλα όλα σε έναν ντορβά και τα έκανα πουρέ. Σήμερα θα επικεντρωθώ σε ένα συγκεκριμένο είδος ρατσισμού. Στον κοινωνικό ρατσισμό απέναντι στους ευχάριστα διαμορφωμένους, στους παχύσαρκους, τους υπέρβαρους, τους χοντρούς. Και, όχι, δε θα κάνω κοινωνικο-επικοινωνιακή-γουατέβα ανάλυση για τα πρότυπα που μας χώνουν στο κεφάλι ούτε για τη βουλιμία ούτε για την ανορεξία. Θα εστιάσω στο πόσο κακοί μπορούμε να γίνουμε απέναντι σε έναν άνθρωπο με περιττά κιλά. Στο πόσο εκείνος επηρεάζεται από όλα τα κακεντρεχή (και ευφάνταστα πολλές φορές) σχόλια που ακούει από τον περίγυρο. Στο πού τελικά καταλήγει όλο αυτό το σκηνικό. 

Παχύσαρκος, γεματούλης, μπουλούκος, χοντρός, βαρέλας, αρκούδα, ντουλάπα η δίφυλλη/τρίφυλλη/πεντάφυλλη (πόσα φύλλα μπορεί να έχει πλέον μια ντουλάπα ο-ε-ο), μπουχέσας, χοντρολίπαρος, βοίδι, πατσοκοιλιάς, χοντρομπαλάς, μπόγος, τόφαλος, παλαιστής σούμο, θωρηκτό Ποτέμκιν, μπόγος. Λίγοι από τους χαρακτηρισμούς που χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε ή να ασκήσουμε κριτική σε άτομο με πολλά κιλά. Έπειτα προχωράμε στις εκφράσεις που χρησιμοποιούμε απευθυνόμενοι στους ίδιους: "Άμα δεις και δεν χορταίνεις, σταμάτα/μάσησε καμία τσίχλα/ξεκίνα πλέξιμο", "Τις πας εύκολα τις κατηφόρες εσύ, ε; Κουτρουβαλώντας!", "Καλύτερα να σε ντύνουμε, παρά να σε ταΐζουμε", "Ποιος θα σε πάρει, μωρή, έτσι τοφάλα που έγινες; Θα φοβηθεί ο άνθρωπος ότι θα τον φας κι αυτόν!". 

Τα τινά τώρα, σχετικά με το πόσο επηρεάζεται ο περί ου ο λόγος τροφαντός άνθρωπος είναι τα εξής: Πρώτον και κυριότερο: Βουλώνει τα αυτιά με λιωμένη σοκολάτα γάλακτος σε θερμοκρασία λίγο πριν την πήξη, εκεί που είναι εύπλαστη και μπορεί να χρησιμοποιηθεί πιθανώς και ως ωτοασπίδα και συνεχίζει να τρώει ανέμελος στα λιβάδια, στις λεωφόρους, στα στάδια, ΤΑ στάδια, τα πάντα όλα. Δεύτερον: Μαζεύει όλη την κακία που ακούει σε όλα τα χρόνια της ζωής του και του βγαίνει στους άλλους ακόμα και όταν αναπνέει. Τρίτον: Μετατρέπεται σε έναν μισάνθρωπο, που κλείνεται στον εαυτό του και περνάει τον χρόνο του τρώγοντας. Μόνος του. 

Αν, λοιπόν, πάρουμε ως δεδομένο ότι η παχυσαρκία/υπερφαγία είναι ένα πρόβλημα -για τον άνθρωπο που το ζει και ΟΧΙ για σένα, ταγάρι-, η συμπεριφορά της πλειοψηφίας των άλλων απέναντί του απλώς δυσχεραίνει τη κατάσταση, διογκώνει το πρόβλημα, δεν οδηγεί σε τίποτα καλό. Ως εκ τούτου, ας μετριάσουμε τα πικρόχολα σχόλια απέναντι στα άτομα με περιττά κιλά. Αφ' ενός γιατί ΤΙ ΣΕ ΚΟΦΤΕΙ ΕΣΕΝΑ, ΡΕ ΤΑΓΑΡΙ, ΠΟΣΑ ΚΙΛΑ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ Ο ΑΛΛΟΣ και αφ' ετέρου γιατί τα κιλά που κουβαλάει ο καθένας δεν διαμορφώνουν και απαραίτητα την προσωπικότητά του. Ακριβώς επειδή δεν έχει να βασίζεται στην εξωτερική του εικόνα, πολλές φορές δουλεύει πολύ περισσότερο το μυαλό του, κι έτσι βλέπεις πολλά άτομα με παραπανίσια κιλά να έχουν απίστευτο χιούμορ και τρομερή οξυδέρκεια. Όχι, δεν είναι κανόνας αυτό. Αλλά, ναι, συμβαίνει. Όπως επίσης συμβαίνει τα μπάνικα, συλλεκτικά, μουσειακά γκομενικά κομμάτια να αφήνουν ακατοίκητο το ρετιρέ, διότι δεν χρειάζεται να το χρησιμοποιήσουν. Με το ισόγειο τη βρίσκουν την άκρη τους. (χιντ χιντ). 

Καταλήγω, λοιπόν, το μακροσκελές αυτό κείμενο, και χωρίς να τρώω σοκολατάκια, περιττή η διευκρίνιση και άχρηστη ίσως, αλλά ένιωσα την ανάγκη να το μοιραστώ... Καταλήγω, λοιπόν: Άσε τον χοντρούλη στην ησυχία του. Σταμάτα τα κακεντρεχή σχόλια για τα κιλά του και τις ηλίθιες συγκρίσεις με όλο το ζωικό βασίλειο. Αν θες να τον βοηθήσεις, σκούντα τον να πάτε για κανένα περπάτημα, για ποδήλατο, στο γυμναστήριο, κάπου. Θύμισέ του, ως φίλος, ότι νοιάζεσαι για την υγεία του και δε θες να ζορίζεται η καρδιά του. Τώρα θα μου πεις, αν ήσουν φίλος του, δε θα έκανες αυτά τα σχόλια. Να, είδες; Το έχασα. Η έλλειψη σοκολάτας φταίει, το δηλώνω ευθαρσώς! Για να τελειώνουμε, λοιπόν: Ο χοντρός δεν είναι και χοντρόπετσος απαραίτητα. Καλό δεν χρωστάς βέβαια, μόνο την κακία έχεις στην άκρη της γλώσσας έτοιμη προς εκτόξευση, αλλά ΑΝ, λέω ΑΝ σκεφτείς ότι το δικό σου μειονέκτημα εξωτερικής εμφάνισης γίνεται το επίκεντρο κακεντρεχούς σχολιασμού όποιου σε αντικρύζει, ΙΣΩΣ, λέω, ΙΣΩΣ να ξενασκεφτόσουν λίγο προτού πετάξεις την χολίτσα σου στον χοντρούλη. ΕΧΕΙ ΚΙ Ο ΧΟΝΤΡΟΥΛΗΣ ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΗΝ ΠΛΗΓΩΝΕΙΣ. 

Τρίτη 15 Νοεμβρίου 2016

ΞΕΡΕΙΣ ΠΟΙΟΣ ΕΙΜΑΙ ΕΓΩ, ΡΕ;

"Ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;" Σίγουρα το έχεις ακούσει. Σίγουρα το έχεις σκεφτεί. Σχεδόν σίγουρα το έχεις ξεστομίσει και δυνατά. Και σίγουρα είναι από τις μεγαλύτερες ηλιθιότητες που έχεις ακούσει, σκεφτεί και πει.

"Ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;" θα σου πει ο τύπος τη μάνα του οποίου έστειλες για αναπαραγωγή στο φανάρι στην Κατεχάκη επειδή σου μπήκε από αριστερά για να κόψει κίνηση. Βέβαια, τρία φανάρια πιο πίσω το ίδιο έκανες κι εσύ, και το ίδιο απάντησες κι εσύ όταν άλλος τύπος σου είπε ότι βοηθάει τη μάνα σου στην αναπαραγωγή. 

"Ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;" θα σου πει αυτός που μέχρι χθες τον έτρεφαν οι γονείς του ή παρασιτούσε εις βάρος φίλων με δανεικά, αλλά τώρα που έγινε βοηθός δεύτερου αποθηκάριου σε μπακάλικο Κερατσινίου και σηκώνει μια κούτα στο οχτάωρο νομίζει ότι έπιασε τον πάπα από το μανίκι και τον σέρνει στο ιερό για να του ευλογήσει το βδομαδιάτικο.

"Ξέρεις ποια είμαι εγώ, ρε;" σκέφτεται πάντα η κάθε τριανταφευγάρα παντρεμένη/διαζευγμένη/μετά τέκνου και διατροφής, όταν συναντά συνομήλική της η οποία παραμένει ανύπαντρη και άτεκνη, γιατί η πρώτη θεωρεί πάντα πως ολοκλήρωση στη ζωή είναι ο κύκλος: γάμος-παιδί-διαζύγιο-να κρατήσω το σπίτι-να πληρώνει ο πρώην για τα πάντα-να του πάρω και το βρακί-κι εγώ να πηγαίνω ακόμα και με τα πόμολα. Κι όχι απλώς η ευτυχία, όπως κι αν την ορίζει καθείς εξ ημών. 

"Ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε" σκέφτεται και λέει ο καθένας, ίσως, με κάθε ευκαιρία, ίσως, για να αποδείξει σε όλους ή απλώς στον εαυτό του πόσο μάγκας είναι, πόσα έχει καταφέρει, πόσα εμπόδια έχει ξεπεράσει ή πόσους έχει εκμεταλλευτεί για να φτάσει όπου έφτασε. Γιατί ο καθένας πιστεύει ότι είναι ανώτερος των άλλων, πιο δυνατός, πιο ανεκτικός, πιο καπάτσος, πιο έξυπνος, πιο...γενικά. Γιατί ο καθένας πιστεύει ότι αν άλλος περνούσε ό,τι ο ίδιος, δε θα τα κατάφερνε τόσο φανταστικοϋπέροχα και καταπληκτικότερα και υπεροχότερα. Κι έτσι καβαλάει το άλογο της αλαζονείας και το πάει κούρσα και νομίζει ότι είναι γκανιάν (το γκούγκλαρα) και θα βοηθήσει τις μάνες όλων μας στην αναπαραγωγή. Και έτσι σιγά-σιγά μετατρεπόμαστε σε υπεροπτικά τσουτσέκια, που μας βλέπουν άλλα υπεροπτικά τουτσέκια και τους γυρνάνε τα έντερα.

Λοιπόν, φίλε, ας προσπαθήσουμε να είμαστε λιγότερο υπεροπτικά τσουτσέκια. Ας μιλάμε λίγο πιο ταπεινά για ό,τι έχουμε καταφέρει. Δεν μας ανήκει ο κόσμος. Εμείς ανήκουμε στον κόσμο. Κι αν κοιτάξουμε έναν άτλαντα, πχ, θα καταλάβουμε όλοι ποιοι και τι ακριβώς είμαστε. Ένα σχεδόν τίποτα που προσπαθεί να γίνει κάτι. Αλλά όταν καταφέρνει να γίνει  κάτι, γίνεται συνήθως αυτόματα και ηλίθιος. Κι όπως λέει και ο πρώτος βασικός κανόνας της ανθρώπινης ηλιθιότητας του Κάρλο Τσιπόλα: "Πάντα και νομοτελειακά όλοι υποτιμούν τον αριθμό των ηλίθιων ατόμων που κυκλοφορούν στην κοινωνία". Ίσως γιατί ποτέ δε συνυπολογίζουμε τον εαυτό μας, θα έρθω να προσθέσω...

Δευτέρα 14 Νοεμβρίου 2016

Περί πρεσβυωπίας...

Κοιτάζεις μια μέρα την οθόνη της κυρίας που σου κάνει το υπερηχογράφημα και σκέφτεσαι: τι να τους κάνω, μωρέ, δύο νεφρούς; Και το επόμενο μεσημέρι βρίσκεσαι στο κατάστημα κινητής τηλεφωνίας και ρωτάς τον μισοκοιμισμένο Αγγλάκο: "Τι παίρνω, φιλαράκι, με ένα νεφρί σε σχεδόν άριστη κατάσταση; Παίρνω κανά αϊφόνι της προκοπής, που έχουν όλοι και ζηλεύω σαν παιδάκι που κοιτάζει τα άλλα να τρώνε γλειφιτζούρια κι αυτό τρώει κινόα γιατί έχει μάνα υστέρω χιπστερού;" (Δεν έχω μάνα υστέρω χιπστερού, και ΠΡΟΦΑΝΩΣ δεν είμαι παιδάκι. ΠΡΟΦΑΝΩΣ μόνο η ζήλια ισχύει, όλα τα άλλα, σάλτσες για να εμπλουτίσουμε την περιγραφή, παιδιά. Έλα, μην ακούω χαζές ερωτήσεις, στο θέμα μας).
Το Αγγλάκι, λοιπόν, ξηγήθηκε αϊφόνι (όχι το ροζ χρυσό, αλλά θα μου πεις το ροζ χρυσό είναι για πιο σον σον κιουρίες, κι όχι για σένα, παρ' ολίγον λιμενεργάτη με στόμα οχετό που ζηλεύουν όλοι οι εργαζόμενοι στα απανταχού καρνάγια).

Νταξ, πόνεσε λίγο η αφαίρεση νεφρού, αλλά άξιζε, φίλε αναγνώστη! Τι κινητάρα είναι αυτή, μάνα μου; Καλά, για εσάς τους γνώστες (που δεν είστε και λίγοι, έλα, μεταξύ μας είμαστε, όλη η Ασία με ελληνικά ζωτικά όργανα επιβιώνει πλέον), αυτή τη Σίρι την έχω ξετινάξει! Το τι μπινελίκι ακούει, δε λέγεται. Τεσπά, το κινητό φυσάει. Ταχύτητα, ανταπόκριση, εφαρμογές, αποθηκευτικός χώρος, υπέροχες φωτογραφίες, (να θυμηθώ να βγάλω μια σέλφι που να τονίζει το τούτο μου, γιατί μέχρι τώρα μόνο αγγλικά τοπία βγάνω ασούμε), ευκρίνεια... Ευκρίνεια, ναι... Γιατί, όμως, εγώ πάω το κινητό όλο και πιο μακριά για να δω καλά; Ε; Γιατί; ΓΙΑΤΙ; Για αυτό που υποψιάζομαι;;;;; ΠΕΣ ΜΟΥ ΟΤΙ ΕΧΩ ΠΡΕΣΒΥΩΠΙΑ ΣΤΑ 39 ΝΑ ΡΙΞΩ ΤΟ ΚΙΝΗΤΟ ΑΠΟ ΕΝΑ ΤΡΙΩΡΟΦΟ ΚΑΙ ΝΑ ΚΑΤΑΠΙΩ ΤΑ ΚΟΜΜΑΤΙΑ ΤΟΥ ΕΝΑ-ΕΝΑ! 

Ίσως το γεγονός ότι όλο αυτό ξεκίνησε από την οθόνη της κυρίας που σου έκανε υπερηχογράφημα να ήταν ένα hint hint που δεν έπιασες τελικά, ανόητη Νότα. Όταν πια στο συρτάρι του κομοδίνου κρύβονται: σπρέι για την ιγμορίτιδα, παυσίπονα για τις ημικρανίες, αλοιφές για το έκζεμα, θερμαντικές αλοιφές για τους μυϊκούς πόνους, βούτυρο κακάο για τα χείλη, και νταξ το βιβλίο σου....ε, κάτι θα έπρεπε να έχεις πάρεις γραμμή. Κι ίσως, ίσως λέγω, να μην το σπαταλούσες το νεφρί για το αϊφόνι, αλλά να το κρατούσες για να αντέξει τα ξύδια που πρέπει να κατεβάσεις που σε πέντε μήνες θα κλείσεις τα 40. Και δεν έρχονται, μόνα τους, παιδιά. Κακά τα ψέματα. Φέρνουν φίλους. Κάτι παλιοτόμαρα. Πόνους στη μέση, αδυναμία συγκέντρωσης, ΠΡΕΣΒΥΩΠΙΑ!


ΣτΜ: Αν όλα αυτά τα έγραφα από το αϊφόνι, το κείμενο θα ανέβαινε ΙΣΩΣ την Πρωτοχρονιά. ΟΧΙ επειδή δεν βλέπω (μόνο), αλλά επειδή δεν το έχω συνηθίσει, και γράφω άλλα αντί άλλων. Βάλε τώρα τον άνθρωπο με τέτοιο ψυχαναγκασμό με τη γλώσσα να βλέπει τα λάθη του σε σχόλια και σε δημοσιεύσεις. Αχ, ρε μανούλι αϊφόνι, πόσα θυσίασα για σένα!

Περί Facebook.... (χολή είναι βασικά, αλλά νταξ)

Έχεις αναρωτηθεί ποτέ πού ξόδευες τον χρόνο σου πριν αποκτήσεις λογαριασμό στο Facebook; Θυμάσαι σε ποιον έλεγες όλες τις χαζοχαρούμενες βλακείες (στην καλύτερη) και τις παρωχημένες παραθέσεις (στη χειρότερη) που τώρα γράφεις στους διαδικτυακούς σου φίλους μαζεύοντας λάικς και τονώνοντας το εγώ σου; Άραγε τα εγγόνια του μέλλοντος θα ψάχνουν άλμπουμ στα διαδικτυακά προφίλ για να δείξουν στους φίλους τους τις γιαγιάδες και τους παππούδες τους; Πόσο γελοία θα φαίνεται αυτή η εποχή 20, 30 ή 40 χρόνια από τώρα;

Εντάξει, μη λέμε πάντως μόνο τα άσχημα. Απέκτησες και γνώση σε προγράμματα που βελτιώνουν τις φωτογραφίες σου, λίγο το 'χεις αυτό; Η Σωσώκα από τις Τρεις Γέφυρες βγάζει σέλφι στη βεράντα κι έπειτα περνάει κανά τρίωρο να μαζέψει προγούλι, να σηκώσει ζυγωματικό, να βελτιώσει χρώμα ματιών, να κρύψει τη ρίζα, ενώ αν τη δεις από κοντά τυχαία στον μπακάλη ξέρω 'γω είναι λες και τράκαρε με την νταλίκα του Μπάμπη από το συνεργείο του Τάκη στα ΛιόσΑ. Ο οποίος Μπάμπης της κάνει λάικ σε ΟΛΕΣ τις φωτογραφίες και της κάνει σχόλια τύπου "αστέρη!!!!!111", "τι παιδιά βγάζουν οι τρις γέφυρεσ!!!!1", "είσαι τρελό μορώ!!!!!!11". (Νταξ, πείτε την αλήθεια, το "κάνε αντ, κούκλα, είμαι μπλοκ" περιμένατε :P)

Επίσης, απέκτησες πρόσβαση στα προφίλ ανθρώπων που σήμαιναν πολλά για σένα. Όπως, αυτοαποκαλούμενων συγγραφέων, για παράδειγμα. Ο άνθρωπος του οποίου τα βιβλία κοσμούν το κομοδίνο σου, είναι τώρα στην οθόνη σου και σε ενημερώνει πόσες ώρες χρειάστηκε να γράψει 4329 σελίδες καυτής ερωτικής σκηνής μεταξύ ενός ψηλού, μελαχρινού, με θεληματικό πηγούνι και λάβα στα λαγόνια και μιας ζουμερής κοκκινομάλλας θύελλας με ηφαίστειο στο μπούστο. Όλα αυτά, όμως, με μερικές παύσεις για να βάλει κάποιες φωτογραφίες από σύννεφα και να σου κάνει εκτεταμμένη συνομωσιολογική ανάλυση αεροψεκασμών, ενώ εσύ με το μπικουτί στο κεφάλι, τη φακή στη φωτιά, το κοραλί ξεβαμμένο νύχι και τον Βέρτη στο ραδιόφωνο, της σχολιάζεις ότι είναι ο Μπουκόφσκι της Ελλάδας. (και οι οπτικές ίνες παίρνουν φόρα για το διαδικτυακό Ζάλογγο, τραγουδώντας Στέλλα Μπεζαντάκου).

Μην ξεχάσουμε πως μαθαίνεις άμεσα, σε περίπτωση που μένεις σε μπουντρούμι στον πυρήνα της Γης ΧΩΡΙΣ παράθυρα, πότε βρέχει-χιονίζει-ρίχνει χαλάζι-κάνει ζέστη-έκανε σεισμό, καθώς επίσης και πότε η Σωσώκα πήγε κομμωτήριο/παραλία/ταβέρνα/μανικιουριστήριο/θέατρο/Οικονομόπουλο/σούπερ μάρκετ/σολάριουμ/πέρασε ΚΤΕΟ/την κεράτωσε ο άντρας της. Ε και αυτό το τελευταίο αποτελεί ΜΕΓΑ κεφάλαιο των αναρτήσεών της. ΤΑ ΑΠΑΝΤΑ κλαψομουνοτράγουδα του Πλούταρχου, του Παντελίδη, της Καιτούλας της Γαρμπή, όλη τη δισκογραφία από τα 20 χρόνια Φοίβου σε εναλλαγή κλάμα-γέλιο για να μη νομίζει κι ο λεγάμενος ότι όλο κλαις, αλλά περνάς και μόνη σου καλά, τα καταφέρνεις μια χαρά, δε τον έχεις ανάγκη ευτυχώς, σου είναι πλέον περιττός.... (το ανησυχητικό εδώ είναι ότι δεν γκούγκλαρα, γράφω από μνήμης!) 

Για το τέλος άφησα την αφάν γκατέ του φεϊσμπουκικού σύμπαντος,  την κρεμ ντε λα κρεμ του διαδικτύου, τον δηθενοκουλτουριάρη, τον ντεμέκ λάτρη των γραμμάτων και των τεχνών, αυτόν που ποστάρει αφηρημένες φωτογραφίες με ασαφείς παραθέσεις άγνωστων στον υπόλοιπο κόσμο ανθρώπων, ΚΑΙ ΚΑΛΑ για να σε βάλει σε σκέψεις. Αυτόν που σχολίαζει σε φωτογραφία ενός πίνακα που ποστάρεις σε φίλη σου, και παραθέτω αυτολεξεί: "Η εκφραση η η σταση του μοντελου, βασικα είναι το πορτρετο του καλλιτεχνη και όχι αυτου που ποζαρει". Κι εσύ κοιτάς την οθόνη κι αναρωτιέσαι: άραγε με την κρίση να έπεσαν κι οι τιμές των ναρκωτικών στην Ελλάδα; Ρε, μήπως έχει δίκιο η Χρυσουλίδα και τους ψεκάζουν και βυθίζονται σε δίνες σκέψεων που δεν οδηγούν παρά μόνο στο μαύρο σύννεφο της ψευτοκουλτούρας; Ρε, μήπως όντως ζω σε φάση Τρούμαν Σόου, κι όλα αυτά γύρω μου τα σκηνοθετεί κάποιος για να γελάει με τις αντιδράσεις μου; Ρε, μήπως να συνέλθουμε λίγο, γιατί παραγίναμε ΤΑΓΑΡΙΑ; 

Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2016

Δουλειά δίπλα στο σπίτι σου, βρε....

Εκεί που είσαι στο ψάξιμο για δουλειά, σου λένε για μια εταιρεία που είναι δίπλα στο σπίτι σου και ψάχνει γραμματέα. Όταν λέμε δίπλα, εννοούμε ανοίγεις την εξώπορτά σου, κάνεις τρία βήματα, ανοίγεις την πόρτα του γραφείου. Και σκέφτεσαι, "ας πάω, μωρέ, τι έχω να χάσω;". Διαφημιστική εταιρεία, με μηδέν υπαλλήλους, εσύ θα ήσουν η πρώτη. Και η μόνη. Τουτέστιν, τα καθήκοντά σου δε θα περιορίζοντο στη γραμματεία, αλλά και στα γνωστά: καφέδες, λεμονάδες, πορτοκαλάδες, σάμαλι, παστέλι, κωκ, μεταφορές, παραγγελιοληψίες, τιμολόγηση, τηλεφωνικό κέντρο, παραλαβές (σε κάτι βιομηχανικές περιοχές μετά τα πρώτα διόδια, όπου τελικά χάθηκες πολλάκις οδηγώντας το τζιπάκι της εταιρείας και χωρίς ξηρά τροφή, ας μην επεκταθώ για την ώρα...).

Στο ραντεβού για τη συνέντευξη, η ιδιοκτήτρια σε ενημερώνει ότι την εταιρεία ίδρυσε σε μέρα ευνοϊκή αστρολογικά, εφόσον συμβουλεύτηκε την προσωπική της αστρολόγο. Και σκέφτεσαι "πλάκα θα κάνει, μωρέ, δεν μπορεί...". (Δεν έκανε). Εννοείται πως αφού έριξε μια γρήγορη κλεφτή ματιά στο βιογραφικό σου, στο οποίο είναι γραμμένη η ημερομηνία γέννησης, βάλθηκε να βρει τον ωροσκόπο σου, και μετά το δεκάλεπτο ανάλυσης του αστρολογικού σου χάρτη, σου ανακοίνωσε ότι προσλαμβάνεσαι. Και σκέφτεσαι "κουλ, μέχρι πριν λίγο καιρό δούλευα στον Πειραιά, και ξυπνούσα τρεις ώρες πριν ξεκινήσω δουλειά και στην κάθοδο του ποταμιού συναντούσα ακόμα και τις νταλίκες που δεν είχαν ρόδες ασούμε, τώρα θα ξυπνάω κανά μισάωρο πριν, τέλεια". 

Και πας πρώτη μέρα στη δουλειά, σου δείχνει η αστροχτυπημένη το γραφείο σου, σου αναθέτει και δυο-τρεις δουλίτσες για πρώτη μέρα, οκ. Σου λέει και τι θα απαντάς όταν χτυπάει το τηλέφωνο, νταξ, μη φανταστείς, έναν διακριτικό τίτλο διάρκειας μισής ώρας ασούμε. Και πάει στο γραφείο της, 3,22 μέτρα πιο πέρα δηλαδή. Και σε πέντε λεπτά χτυπάει το τηλέφωνο. Το σηκώνεις, λες τον μισάωρο τίτλο και ακούς τη φωνή της: "εγώ είμαι, Νοτάκι, έρχεσαι λίγο που σε θέλω; Και φέρε μου κι ένα νεράκι καθώς έρχεσαι" Κοιτάς το ακουστικό ολίγον απορημένη, σκεφτόμενη: γιατί, μανίτσα μου, δε βάνεις μια φωνή; Δίπλα είμαι, τα δυο μας είμαστε, ΠΑΣ ΚΑΛΑ; Το προσπερνάς. Της πας το νερό, σου λέει να στείλεις ένα μέιλ στον τάδε προμηθευτή, ζητώντας τιμές για τις τάδε εκτυπώσεις. Γυρνάς στο γραφείο, το κάνεις. Σε ένα τέταρτο χτυπάει το τηλέφωνο, η ίδια ιστορία, η ίδια ήταν πάλι, να σε ρωτήσει αν έχεις έτοιμο το μέιλ για να το διορθώσει. Για να το τι; Ναι. Αν έμεινες ένα χρόνο σε αυτήν την εταιρεία, αν έστειλες 1.000 μέιλς, τα τύπωνες ΟΛΑ πριν τα στείλεις, της τα πήγαινες στο γραφείο, έπαιρνε το κόκκινο στιλό της και τα διόρθωνε. Εσύ στεκόσουν πάντα όρθια μπροστά στο γραφείο της, όπου σου εξηγούσε τον λόγο κάθε διόρθωσης, ενώ εσύ κοιτούσες τις κόκκινες διορθώσεις της και φανταζόσουν κόκκινες φλόγες να ξεπηδάνε από εκεί και να της καίνε τα μαλλιά, την ψυχή, τα χαρτιά, την καρέκλα, τον υπολογιστή, τους αστρολογικούς χάρτες, το καταστατικό της εταιρείας, το τηλέφωνο της αστρολόγου ΚΑΙ το σπίτι της μάνας της, στην οποία τηλεφωνούσε ανά δευτερόλεπτο για να ξεματιάσει τον άνδρα της κάθε φορά που της γυρνούσε κουβέντα. Γιατί ό,τι και να γινόταν, ήταν ματιασμένος. Δεν της γύρισε το τηλεφώνημα μέσα σε δέκα λεπτά; Ήταν ματιασμένος. Έφυγε χωρίς να πάρει μαζί τον φάκελο που του είχε αφήσει στο γραφείο; Ήταν ματιασμένος. Τσακώθηκαν για το πλακάκι που θα έβαζαν στο μπάνιο στο σπίτι που έχτιζαν; Ήταν ματιασμένος. Γιατί πιστεύεις ότι είχε εμμονή με το μάτι; Επειδή έβαλε τον οικοδόμο να βάλει ένα μάτι σε μέγεθος πεπονιού ανάμεσα στην πλάκα Καρύστου στον εξωτερικό τοίχο του σπιτιού που έχτιζε; Υπερβολές, όλοι το κάνουν αυτό! 

Κάπου στο εξάμηνο της καταπληκτικής αυτής, ανέφελης συνεργασίας, ο ματιασμένος σύζυγος αποφασίζει να ανοίξει δεύτερη εταιρεία με την ίδια έδρα. Και τον ίδιο υπάλληλο. Δηλαδή εσένα. "Τίποτα, Νοτάκι, 3-4 τιμολόγια θα κόβεις κάθε μήνα, πολύ εύκολη δουλειά, ούτε που θα το καταλάβεις". Διπλά τηλέφωνα, διπλή χαρτούρα, διπλή αρχειοθέτηση, διπλά καθήκοντα, αλλά ο μισθός ίδιος. "Και ο λογιστής άμισθος θα δουλεύει τον πρώτο χρόνο", είπε ο ματιασμένος. Σκέφτηκες να του απαντήσεις: "Βάλε, φιλαράκο, μια αγγελία να ζητάς βοηθό γραφείου με τζίρο 70.000 ευρά τον πρώτο μήνα, με υποσημείωση ότι θα 'ναι άμισθος τον πρώτο χρόνο, να πλακώσουν εδώ 300 βιογραφικά να βγάζει η δικιά σου αστρολογικούς χάρτες μέχρι το τέλος του τέλους ασούμε", αλλά κρατήθηκες. 

Είσαι οχτώ ώρες πλέον χωμένη σε τέσσερις τοίχους. Ένας άνθρωπος για δύο τηλεφωνικά κέντρα, να τιμολογεί για δύο εταιρείες, να παίρνει παραγγελίες για δύο εταιρείες, να κάνει παραλαβές/παραδόσεις/εισπράξεις/πληρωμές για δύο εταιρείες, να σχολάει στις 5 και στις 4:45 να της λέει η αστροχτυπημένη, σε ένα διάλλειμά της από την πεντάωρη πασιέντζα που έπαιζε στον υπολογιστή, η οθόνη του οποίου ήταν ΜΠΡΟΣΤΑ στη μούρη σου: "Νοτάκι, πρέπει να πεταχτείς στην Ευελπίδων και μετά στη ΒΙΠΕ Ασπροπύργου για μια παραλαβή. Α, και πριν φύγεις, καθάρισέ μου ένα αχλαδάκι γιατί είμαι ψόφια"... Ε, κι εκεί δεν κρατήθηκες. Έκανες αυτά που ζήτησε, πήγες σπίτι σου (το οποίο, παρεμπιπτόντως, δεν ήταν ΑΠΛΩΣ δίπλα στην εταιρεία, αλλά και ΑΚΡΙΒΩΣ απέναντι από το σπίτι της, την έβλεπες ΚΑΙ τα βράδια από τα παράθυρα ασούμε, γιατί όλη μέρα μέσα στη μάπα δεν έφτανε), και της στέλνεις ένα μήνυμα: "τα άστρα δεν ευνοούν για την επόμενη χιλιετία τη συνεργασία μας. Αν συνεχιστεί,  προβλέπεται φονικό που θα γεμίσει εξώφυλλα εφημερίδων για μέρες και θα περιγράφει με ανατριχιαστικές λεπτομέρειες πώς σου έσπασα τα δόντια με το συρραπτικό, μετά σε ανάγκασα να φας ΟΛΕΣ τις σελίδες των μέιλς που είχες διορθώσει, κι ενώ ανακάτεψα και πέταξα στο πάτωμα ΟΛΕΣ τις επαγγελματικές κάρτες που μάζευες από τα 12 ξέρω 'γω, ακόμα κι από την πενταήμερη του Λυκείου είχες γαμώ τα πάντα, και με είχες βάλει να αρχειοθετήσω αλφαβητικά, κι ενώ βρήκες ΜΙΑ λάθος, τις έβγαλες ΟΛΕΣ και με έβαλες να τις ξανακάνω από την αρχή, καθώς και όλες τις φωτογραφίες από όλα τα γαμωσυνέδρια που είχες γαμωπάει με τη γαμωπολυεθνική που γαμωδούλευες πριν, τις οποίες με είχες βάλει να αρχειοθετήσω ημερολογιακά (ΛΕΣ ΚΑΙ ΗΜΟΥΝ ΕΚΕΙ), σε ανάγκασα να τα φας ΚΑΙ αυτά. Και μετά σε έβαλα να καθαρίζεις αχλάδια, ενώ πρώτα σου είχα κόψει όλα τα δάχτυλα με τις σελίδες και πάνω στις πληγές είχα ρίξει τα τόνερ του εκτυπωτή. Και οινόπνευμα. Και βενζίνη. Κι ενώ εσύ ούρλιαζες από τον πόνο, εγώ τηλεφωνούσα στη μάνα σου και της έλεγα: Κύρα-τέτοια μου, ξεματιάστε τη, είναι ματιασμένη". 

Πέμπτη 29 Σεπτεμβρίου 2016

Περί Άγνωστης Ταυτότητας Οικιακών Αντικειμένων

Άγνωστης Ταυτότητας Οικιακά Αντικείμενα για τον Άγγλο: 

Πιγκάλ: Μια υπερμεγέθης οδοντόβουρτσα που κοσμεί τις τουαλέτες όλων των σπιτιών. Συνήθως τοποθετημένη στα πλάγια της λεκάνης. Ωστόσο, κανείς δεν ξέρει πού χρησιμεύει και γιατί βρίσκεται εκεί. Ίσως να θεωρείται διακοσμητικό τουαλέτας, ποιος ξέρει; 

Κατσαρόλα: Βαρύ μεταλλικό αντικείμενο που κοσμεί τις κουζίνες όλων των σπιτιών. Συνήθως δε, σε πολλά διαφορετικά μεγέθη. Κάποια διαθέτουν ακόμα και μακριά λαβή, ενώ τα ίδια είναι πιο χαμηλά και φαρδιά. Άθικτα στα περισσότερα από τα σπίτια. Κανείς δεν ξέρει γιατί τα ντουλάπια έχουν τόσα μέσα. Ίσως  να πρόκειται για διακοσμητικά ντουλαπιών, ποιος ξέρει;

Ηλεκτρικό σίδερο: Πλαστικό και μεταλλικό αντικείμενο με καλώδιο και ρευματολήπτη που βρίσκεται σε όλα τα ντουλάπια των utility rooms όλων των σπιτιών. Σε κάποια σπίτια δε, είναι μέσα στην αρχική των συσκευασία. Ίσως να πρόκειται για διακοσμητικό ντουλαπιού, ποιος ξέρει;

Μαγειρεμένο φαγητό: Error 404 Page Not Found

Παραδοσιακό φαγητό: Error 404 Page Not Found

Φρεσκοπλυμένα ρούχα/κλινοσκεπάσματα/πετσέτες: Error 404 Page Not Found

Τακτοποιημένα Σπίτια: Error 404 Page Not Found

Καθαρά Σπίτια: χαχαχαχαχαχαχαχαχα


Το skirting board, όμως, φίλε μου, κοινώς το σοβατεπί, το ξέρουν ΟΛΟΙ. Δεν κόβω και το κεφάλι μου ότι το ξέρουν βασικά, απλώς ΟΛΟΙ θα σου πουν ότι θέλουν να τους το καθαρίσεις. Μπορεί να το άκουσαν σε καμιά εκπομπή ξέρω 'γω και στην πραγματικότητα να θεωρούν ότι είναι καμία χρησιμότατη οικιακή ηλεκτρική συσκευή, που αν δεν είναι καθαρή δε θα μπορούν να φάνε. Όπως, ο φούρνος μικροκυμμάτων. ΚΑΘΟΛΟΥ τυχαίο το παράδειγμα. Ό,τι δεν μπαίνει στα μικροκύμματα δεν τρώγεται. Τόσο απλό. 
Την ερχόμενη εβδομάδα θα διεξαχθεί έρευνα και θα επανέλθω με τα αποτελέσματα.
Πελάτης: Could you make sure you clean the skirting boards, please? (χωρίς please, ούτε γάντια δε βάζω, δεν παίζει!)
Νότα: Sure, no problem. But since my English isn't that good, could you show them to me? Τσααααααααααακ Εδώ σε θέλω, κάβουρα, που τρως όλες τις κατεψυγμένες αηδίες και τις βαπτίζεις φαγητό! 

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2016

Για τη μαμά του Δημάρχου...

Μαγουλιάρης, με ξανθά μπουκλάκια που έπεφταν στο πλάι του προσώπου του σαν χρυσά δαχτυλιδάκια. Παιχνιδιάρικα ματάκια αλλά σοβαρά. Από μικρούλης είχε ένα βλέμμα σοβαρό και συνοφρυωμένο. Όταν φόρεσε και τα γυαλάκια, σοβάρεψε πιο πολύ. Λίγο σαν να ήξερε τι τον περίμενε στο μέλλον... Βαριέται λίγο να διαβάζει τα μαθήματά του. Του αρέσει να κάνει χαζοφαρσούλες, να παίζει με τα Lego, να διαβάζει, να παίζει Minecraft και να βλέπει κανένα βιντεάκι πριν κοιμηθεί για να "χαλαρώσει". Κι ίσως μετά, αφού χαλαρώσει, να σκέφτεται τι θα κάνει τελικά όταν θα γίνει "Δήμαρχος της Ελλάδας"... 

Τη μαμά του ξέρω καλά, τον μπαμπά του δεν τον ήξερα τόσο. "Ήξερα", ναι. Έχει φύγει ο μπαμπάς του λίγα χρόνια πριν. Αρρώστησε, πήγε στο νοσοκομείο και μετά έφυγε. Ο Δήμαρχος δεν τον ξανάδε. Κι η μαμά του αναγκάστηκε να του το πει. Οι δυο τους κάθονταν σε κάτι σκαλάκια. Μάζεψε όση δύναμη είχε και το είπε στο μικράκι της. Ήξερε πως το μικράκι θα πονέσει, θα κλάψει, θα έχει για πάντα μια ανοιχτή πληγή μέσα του. Θα νιώθει πάντα την απουσία. Πονούσε κι η μαμά μαζί. Πάντα πονάει μαζί η μαμά...

Τη μαμά του την ξέρω καλά. Πολύ καιρό αφότου έφυγε ο μπαμπάς του Δημάρχου, η μαμά βρήκε έναν σύντροφο καλό. Έναν καλόκαρδο γίγαντα. Αγαπήθηκαν πολύ, δέθηκαν πολύ. Κι ο Δήμαρχος δέθηκε πολύ με τον γίγαντα, έγιναν φιλαράκια. Ναι, σαφώς τσακώνονταν, λογομαχούσαν ενίοτε, αλλά ήταν καλά φιλαράκια. Χασκογελούσαν, έκαναν χαζοφαρσούλες, ο γίγαντας πήγαινε τον Δήμαρχο στη στάση το πρωί να πάρει το σχολικό, ήταν φιλαράκια. Ζούσαν κι οι τρεις μαζί και περνούσαν ωραία. Είχαν τη φωλίτσα τους, τις συνήθειές τους, τις αγαπίτσες τους και τους τσακωμούς τους. 

Τη μαμά του την ξέρω καλά, τον καλόκαρδο γίγαντα δεν τον ήξερα τόσο. "Ήξερα", ναι... Έφυγε και ο καλόκαρδος γίγαντας λίγο καιρό πριν. Αρρώστησε, πήγε στο νοσκομείο και μετά έφυγε. Ο Δήμαρχος δεν τον ξανάδε. Κι η μαμά του αναγκάστηκε να του το πει. Δεν ξέρω πού κάθονταν αυτή τη φορά. Ξέρω, όμως, ότι τώρα η μαμά πονούσε ακόμα πιο πολύ και χρειάστηκε να μαζέψει ακόμα περισσότερη δύναμη για να το πει στο μικράκι της. Κι ήξερε και πάλι πως το μικράκι θα πονέσει, θα κλάψει, θα έχει πάντα δύο ανοιχτές πληγές μέσα του. Θα νιώθει τις απουσίες. Πονούσε κι η μαμά μαζί. Πάντα πονάει μαζί η μαμά...

Τη μαμά του την ξέρω καλά, τον Δήμαρχο όχι τόσο. Ξέρω, όμως, πως η μαμά σύντομα θα πατήσει και πάλι στα πόδια της, θα νιώσει και πάλι πιο δυνατή. Για εκείνη, για τον Δήμαρχο, για αυτούς που την αγαπούν, για την ίδια τη ζωή. Πάντα η μαμά νιώθει πιο δυνατή. Πάντα η μαμά βρίσκει τρόπο. Γιατί μέσα στην καρδιά της μαμάς είναι πάντα ζωγραφισμένη μια μαγουλοφατσούλα με γυαλάκια και με ξανθά - κοντά - μαλλάκια πλέον, την οποία θέλει να βλέπει να χαμογελάει, να χασκογελάει και να κάνει σχέδια για τη μελλοντική "δημαρχία της Ελλάδας". Και να ρίχνει και καμία πρίτσα όταν βλέπει βιντεάκια φορώντας ακουστικά, νομίζοντας ότι δεν τον ακούμε.

Τη μαμά του την ξέρω καλά. Ξέρω πως σύντομα θα μπορέσει...

Τρίτη 27 Σεπτεμβρίου 2016

Περί διάλυσης

Έχω πει πολλές φορές ότι η γραφή για μένα λειτουργεί ψυχοθεραπευτικά. Για λόγους σχετικούς με το ζαβό του χαρακτήρα μου, σταμάτησα καιρό να γράφω. Ως εκ τούτου, μαζεύτηκαν διάφορα που με μπλόκαραν. Όταν δεν γράφω δε, μιλάω ασταμάτητα. Και δεν πάει πολύς καιρός που κατάλαβα ότι μιλάω πολύ λέγοντας κυρίως χαζοχαρούμενες αηδίες, όταν κάτι προσπαθώ να κρύψω. Από μένα κυρίως. Και - δυστυχώς - όχι γιατί είμαι αδύναμη, αλλά επειδή φοβάμαι τη δύναμή μου. Φοβάμαι, δηλαδή, ότι θα πάρω κεφάλια αν αφεθώ, τη στιγμή που ο άλλος μισός μου εαυτός λέει: ρίξε μαύρη πέτρα και μην ασχολείσαι, μην προδίδεις τον εαυτό σου.

Να τώρα δίλημμα. Οι άνθρωποι που δεν διχάζονται μεταξύ του αυθορμητισμού και της ώριμης σκέψης δεν μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ, τι νιώθω. Το αυθόρμητο, το αδιύλιστο του χαρακτήρα μου, αντιδρά σε κάθε ερέθισμα. Με έκανες να γελάσω; Θα σε αγαπώ παθιασμένα. Με έκανες να κλάψω; Θα τρέξω να κρυφτώ. Με θύμωσες; Θα μουτρώσω αμέσως. Με νευρίασες; Θα σε στολίσω σαν χριστουγεννιάτικη βιτρίνα των Χάροντς. 
Το (συναισθηματικά) ώριμο του χαρακτήρα μου δεν αντιδρά άμεσα. Με έκανες να γελάσω; Θα σκεφτώ: έξυπνο άτομο αυτό, για να δούμε παρακάτω. Με έκανες να κλάψω; Θα σκεφτώ: Ίσως δεν ήταν εσκεμμένο, ίσως είμαι υπερευαίσθητη. Με θύμωσες; Πάλι σε εμένα θα το ρίξω, επειδή είμαι λίγο φυτίλι στην τσαντίλα. Με νευρίασες; Θα τρέξω να κρυφτώ. (Πού 'σαι, ρε Φρόιντ, να σκίσεις τις σημειώσεις σου, να τους βάλεις φωτιά και να χορέψεις λαμπάντα ξεβράκωτος γύρω τους;!) 

Επιστημονικά μιλώντας πάντα, το αυθόρμητο του χαρακτήρα μου είναι πιο "φυσιολογικό". Ως επί το πλείστον τουλάχιστον. Γιατί έχει τις κατάλληλες αντιδράσεις στα αντίστοιχα ερεθίσματα. Το - ο θεός να το κάνει - συναισθηματικά ώριμο, πάλι, είναι ασταθές κι επικίνδυνο. Διότι βάζει συνεχώς αποσιωπητικά, παύσεις, δίνει χρόνο, ευκαιρίες, καταπίνει, στοιβάζει, υπερφορτώνει, υπερθερμένεται, σκάει, έκρηξη, αίματα παντού. (Φοβερό κρεσέντο, δέκα χρόνια πιάνο δεν πήγαν χαμένα τελικά, γαμώ το δεσοξυριβουνουκλεϊκό οξύ μου.)

Για να κλείσω, θα επιστρέψω στο "φοβάμαι τη δύναμή μου". Η ζωή σε μαθαίνει, εσύ δεν ξέρεις τίποτα. Ούτε ποιος είσαι δεν ξέρεις. Σε καταλαβαίνεις στην πορεία. Και - ενδεικτικά θα αναφέρω - πως όταν έχεις δει ότι καλώς ή κακώς μπορείς χωρίς ήλιο, χωρίς πιτόγυρα, χωρίς μερέντα, χωρίς το σπίτι σου, χωρίς τους φίλους σου κοντά, χωρίς τα γνώριμα και τα οικεία σου, χωρίς τη δουλειά σου, χωρίς τη θάλασσα, χωρίς το Ναύπλιο, χωρίς ανθρώπους στη ζωή σου που θεωρούσες αίμα σου, χωρίς ανθρώπους που έφυγαν από τη ζωή.... αρχίζεις να σε καταλαβαίνεις, αρχίζεις να σε φοβάσαι. Αρχίζεις να φοβάσαι στη θέα όσων μπορείς without. Οπότε, ναι. Επειδή φοβάμαι τη δύναμή μου, θα εθελοτυφλώ, θα ονειροβατώ, θα κάνω πως δεν κατάλαβα, θα βάζω αποσιωπητικά και παύσεις μέχρι να τελειώσει η υπομονή. Και μετά θα τα παίρνω όλα σβάρνα. Και θα γράφω για να μεγαλώνει η απόσταση. Μεταξύ σιωπής και διάλυσης.
Με άλλα λόγια, πιο απλά, πιο λιτά, πιο απέριττα, θα ζω κινούμαι μεταξύ αυθορμητισμού και ωριμότητας, θα πηγαίνω όπου με καλούν οι σειρήνες της καρδιάς, και μετά θα βαράω το κεφάλι μου στον τοίχο για τη φωνή της λογικής που δεν άκουσα, και θα διαλύω τα πάντα. Εμένα κυρίως. Αλλά και τους άλλους. Μη θαρρείς που θα γλιτώσεις.... Δυνάμεις μαζεύω ;) 

Πέμπτη 22 Σεπτεμβρίου 2016

Περί ρατσισμού...

Πολλά λέγονται και γράφονται περί ρατσισμού τις τελευταίες μέρες... Ο καθένας λέει τη "γνώμη" του. Νιώθω την ανάγκη πάλι να αναφερθώ στο γεγονός ότι η γνώμη προϋποθέτει γνώση. Του σοφού αυτού ρητού, βέβαια, αποκλίνουμε συχνά πυκνά όλοι, αλλά όσο πιο πολύ απομακρύνεσαι από τη γνώση, τόσο πιο ταγαρικού περιεχομένου θα 'ναι κι η γνώση σου. Απλά μαθηματικά. 

Λοιπόν, σκέφτομαι μέρες πως σε έναν βαθμό είμαστε όλοι ρατσιστές. Άλλοι με τους ξένους, τους μετανάστες, τους πρόσφυγες, τους ισλαμιστές, τους θρήσκους, τους άθεους, τους μαύρους, τους αθίγγανους, τους ομοφυλόφιλους, τους σαδιστές, τους μαζοχιστές, άλλοι με τους ηλίθιους, άλλοι με τους αγράμματους, άλλοι με αυτούς που έχουν γνώμη για όλα και άλλοι με τα ταγάρια (χιντ χιντ). Δε μας αρέσει να μας τσουβαλιάζουν, να μας βάζουν ταμπέλες, αλλά το κάνουμε όλοι. Δεν μας αρέσει να μας κρίνουν βάσει των πιστεύω ή των επιλογών μας, αλλά το κάνουμε όλοι. Κρυφά ή φανερά. Βροντοφωνάζοντας ή ψιθυρίζοντας σε ώτα ομοϊδεατών μας. 

Χαρακτηρίζουμε και κρίνουμε τον άλλον βάσει απόψεων, πιστεύω, πεποιθήσεων, επαγγέλματος... Επαγγέλματος, είπα... Εγώ, ας πούμε, ως καθηγήτρια και μεταφράστρια έχαιρα της εκτίμησης πολλών. Όταν οι καταστάσεις, όμως, τα έφεραν έτσι ώστε να βγάζω τα προς το ζην ως καθαρίστρια, ω του θαύματος, η εκτίμησή τους μειώθηκε. Φίλη περνούσε δύσκολα οικονομικά στην Ελλάδα και ψαχνόταν να φύγει στο εξωτερικό. Όταν της πρότεινα να τη φιλοξενήσω εδώ μέχρι να τακτοποιηθεί, άκουσα το αμίμητο: "Και τι να κάνω, ρε Νότα; Να καταντήσω καθαρίστρια σαν εσένα;". Η επιλογή του ρήματος ήταν όλα τα λεφτά. Ταμπελίτσες. Btw, κουκλίτσα μου, ετεροχρονισμένα να σου πω - όπως λειτουργώ πάντα ως σωστό χρηματοκιβώτιο - δεν υποβίβασες εμένα με αυτή σου την απάντηση. Εμένα ίσως να με στενοχώρησες και να με απογοήτευσες για τις επιλογές που κάνω ενίοτε σε φίλους. Αλλά δεν με υποβίβασες. Απλώς έδειξες τον πραγματικό σου εαυτό :) 

Για να μη μακρυγορώ, τείνω να καταλήξω ότι ο κόσμος είναι φτιαγμένος έτσι, ο άνθρωπος είναι έτσι, που δε γίνεται να ΜΗΝ είσαι ρατσιστής ύπο μια έννοια. Από τη στιγμή που κρίνεις τον άλλον γιατί δεν ξέρει κάτι ή για αυτό που κάνει ή για αυτό που πιστεύει ή για αυτό που είναι, είσαι ρατσιστής. Και, σκέψου καλά, αναλογίσου, πες την αλήθεια στον εαυτό σου... Δεν το κάνεις κι εσύ; :) 
Κρίνεις και τσουβαλιάζεις και βάζεις ταμπέλες σύμφωνα με όσα ξέρεις, μέχρι εκεί που φτάνει το μυαλό σου. Άνοιξέ το λίγο, μάθε πιο πολλά, σκέψου δέκα φορές - μίλα μία. Δε γίνεσαι πιο μάγκας όταν λες τα πιο πολλά. Ούτε πιο έξυπνος. ΙΣΩΣ πιο έξυπνοι να γίνουμε αν ακούμε πολύ περισσότερο από όσο μιλάμε. 

Σκέψου καλά... Σε τι σου φταίει ο μετανάστης, ο ομοφυλόφιλος, ο αμόρφωτος, ο ακοινώνητος, ο ξερόλας, ο θρησκόληπτος, ο άθεος, ο όποιος. Σκέψου αν σου φταίει αυτός ή κάνεις προβολή σε αυτόν δικά σου θεματάκια και ξεσπάς - δικαιολογημένα ή όχι - σε "εύκολους" στόχους. Είναι δύσκολο να δεχτείς χωρίς επικριτικά σχόλια το διαφορετικό. Αλλά είναι και ανοησία να εκμηδενίζεις ό,τι διαφορετικό. Ας ανοίξουμε τα μυαλά μας, την οπτική και τη δεκτικότητά μας στο διαφορετικό. Αν όχι γιατί μεγαλώνοντας ωριμάζουμε, ας είναι έστω ο φόβος κίνητρο. Έχεις σκεφτεί ποτέ ότι μπορεί να βρεθείς στη θέση του; Δε θα ήθελες  να σε έχεις τόσο στενόμυαλό απέναντί σου, πίστεψέ με. 

Είναι δύσβατο μονοπάτι, παιδιά, αλλά αξίζει να το διαβούμε. Για εμάς τους ίδους, για τον κόσμο που ζούμε, για τα παιδιά που μεγαλώνετε, για το αύριο... Αξίζει λίγη προσπάθεια. Για εμάς. Κυρίως. Για να μη γινόμαστε ΤΑΓΑΡΙΑ <3

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Περί γκρίνιας...

Κάθε μέρα, κάθε ώρα, κάθε λεπτό, κάποιος γκρινιάζει για κάτι. Εσύ, ο θεατής, ο αμέτοχος, το ακούς ή το διαβάζεις και βγάζεις σπυριά στα μάτια, θέλεις να πάρεις ένα πηρούνι και να γδάρεις τον αμφιβληστροειδή σου. Είναι καλοκαίρι; Γκρινιάζουν ανηλεώς για τη ζέστη/το λιοπύρι/τον καύσων και παρακαλάνε ως άλλοι ισλαμιστές τον Αλλάχ να φέρει τον χειμώνα. Εισακούστηκε από τον Αλλάχ; Ήτοι, πέρασαν οι τέσσερις μήνες της κολάσεως και ήρθε ο χειμώνας; Γκρινιάζουν για το κρύο/το πετρέλαιο/τη βροχή και κάνουν δεήσεις στο δωδεκάθεο για λίγη λιακάδα. (Η υποφαινόμενη δεν εμπίπτει σε αυτή την κατηγορία. Όταν βρέχει 364 μέρες τον χρόνο, αν δεν γκρινιάξεις για αυτό, θες γκρουπ γιατρών υπό την επίβλεψη του Χάουζ να σε κοιτάξουν διεξοδικά κάνοντας όλες τις απαραίτητες εξετάσεις. Πρώτα διχοτόμηση μεσολοβίου, ακολουθούμενη από λοβοτομή.)

Και η γκρίνια συνεχίζει. Έχεις δουλειά; Γκρινιάζεις γιατί κουράζεσαι/για το άδικο αφεντικό/για τις πενιχρές απολαβές. Δεν έχεις δουλειά; Γκρινιάζεις για τον άδικο κόσμο/τον Τσίπρα/τα μνημόνια/τους μετανάστες. Έχεις γκόμενο; Γκρινιάζεις γιατί σε γράφει/ροχαλίζει/είναι μαμάκιας. Δεν έχεις; Γκρινιάζεις γιατί όλοι είναι γουρούνια/αναίσθητοι/δεν υπάρχουν άντρες. Μένεις στην Ελλάδα; Γκρινιάζεις για την οικονομία/την απεργία/τους προδότες μετανάστες που μόλις είδαν τα σκούρα έφυγαν. Μένεις στο εξωτερικό; Γκρινιάζεις γιατί δεν έχει ήλιο/δεν έχει σουβλάκια/τα τσιγάρα είναι ακριβά. (Την ξέρω αυτή την τελευταία. Περίεργος άνθρωπος, προσεγγίστε με ίδιαν ευθύνη)

Κάτι μου λέει πως και όλα καλά να σου πάνε, τελικά θα γκρινιάζεις για να γκρινιάζεις. Από συνήθεια. Για να ασχοληθεί κάποιος μαζί σου. Για να βγάζεις τη χολή σου σε περιτύλιγμα "δεν-φταίω-εγώ-η-στραβή-μου-η-τύχη-φταίει-για-όλα" και να μην παραδεχτείς πως κατά βάθος είσαι ένα αχάριστο είδος που ό,τι και να έχει πάντα θα θέλει αυτό που δεν έχει, που δεν είναι ποτέ ευχαριστημένο με τίποτα, που υπολογίζει την πικρία του μετρώντας όσα ΔΕΝ έχει, αγνοώντας ό,τι έχει, παίρνοντάς το πάντα ως δεδομένα. Και δεν έχεις καταλάβει ακόμα πως τίποτα δεν είναι δεδομένο. Ούτε η δουλειά ούτε η οικογένεια ούτε οι φίλοι ούτε η υγεία ούτε η ευημερία. Εφόσον δεν είναι η ζωή, πώς να είναι όλα τα άλλα; Κι αυτό δεν σημαίνει "ζήσε την κάθε μέρα σαν να είναι η τελευταία σου", όχι. Δεν έχει πρακτική εφαρμογή αυτό. Αυτό απλώς σημαίνει, Σ Τ Α Μ Α Τ Α ΝΑ Γ Κ Ρ Ι Ν Ι Α Ζ Ε Ι Σ, μας γάνωσες το στομάχι, κούρασες, φτάνει! 

Η μίρλα κι η μιζέρια κι η κακομοιριά και η ΓΚΡΙΝΙΑ δε θα αλλάξουν κανένα από τα πράγματα που σε χαλάνε. Αντιθέτως. Θα επιδεινώσουν μια πιθανόν άσχημη κατάσταση. Αν θες κάτι να αλλάξει, άρχισε να κοιτάς, να μετράς, να εκτιμάς ό,τι έχεις, και να παλεύεις για ό,τι θες και δεν έχεις. Από μόνη της άλλωστε η ζωή είναι μια πάλη. Από το να παλεύουν, λοιπόν, όλοι οι υπόλοιποι να μη σκίσουν τις φλέβες τους με τα cryogenic μαχαίρια που είχαν πάρει μια εποχή από τελεμάρκετινγκ και ως τώρα τα έτρωγε η σκόνη, καλύτερα να παλέψεις εσύ την παρόρμηση της γκρίνιας και να διοχετεύσεις την ενέργεια αυτή σε κάτι πιο παραγωγικό που ίσως αποφέρει και κάποιο αποτέλεσμα. Μέτρα το γρασίδι, αν χρειαστεί. Αλλά Σ Τ Α Μ Α Τ Α ΝΑ Γ Κ Ρ Ι Ν Ι Α Ζ Ε Ι Σ. 

Πέμπτη 8 Σεπτεμβρίου 2016

Περί ξεφτίλας...

Οι άνθρωποι, όσο ζεις, δε θα πάψουν ποτέ να σε εκπλήσσουν. Είτε θετικά είτε αρνητικά. Πάντα θα λένε ή θα κάνουν κάτι που - όσο Χορταρέα και να θέλεις να θεωρείς τον εαυτό σου - και θα σε εκπλήσσουν. Εντάξει, για να είμαστε ειλικρινείς, κερδίζουν στο χαλαρό όσοι μας εκπλήσσουν αρνητικά. Υπερτερούν. Είναι πολλοί. Είναι παντού! Ας το παραδεχτούμε.

Κι ας πούμε ότι εμπίπτει στο χορταρεϊκό σου ταλέντο ότι περιμένεις την ξινίλα/κακία/πικρόχολο σχόλιο/εξόφθλαμη ζήλια στην καθημερινότητά σου, στα απλά μικρο-επιτεύγματα της ζωής σου, στα κατορθώματα που κρυφά ή φανερά καμαρώνεις  και περίμενες ένα ίχνος επιβεβαίωσης ή αναγνώρισης από τους ομότιμούς σου ή τους φίλους ή τους γνωστούς.
Αν, δηλαδή, σου πετύχει το τσουρέκι, θα πει η Κίτσα στη φίλη της "Σιγά, μωρή. Έχεις φάει δικό μου; Το δικό της ήταν λάστιχο!" Αν, πάρεις τη δουλειά που περίμενες, θα πει η Λίτσα στον άντρα της: "Ποιος ξέρει πόσους πήρε για να πάrει και τη δουλειά". Αν σου φύγει ο πάτος στο γυμναστήριο και στην πείνα και χάσεις κανά κιλό και φανεί, θα πει η Πίτσα στην κολλητή της: "Σιγά μη χάνονται έτσι τα κιλά! Της πλήρωσε ο κατές λιποαναρρόφηση!" Και ούτω καθεξής, το πιάσατε το νόημα. Όλα αυτά τα περιμένεις, τα ζεις, τα τρως στη μούρη συχνά, διότι ο κόσμος κατά βάθος είναι μικρόψυχος και δεν δίνει στον άγγελό του νερό και θέλει να ψοφήσει η κατσίκα του γείτονα. Αναμενόμενα, ναι; Δεν εκπλήσσουν, σωστά;

Το προαναφερθέν χορταρεϊκό σου ταλέντο, όμως, ανοίγει η γη και το καταπίνει όταν βλέπεις ανθρωποειδή να λένε πως η πτώση της λαμπαδηδρόμου στην τελετή έναρξης των Παραλυμπιακών Αγώνων ήταν "αηδία". Κυρίες Κοκοβίκου, που προφανώς δεν τους αφήνει το IQ ληγμένου τυρόγαλου να αντιληφθούν ούτε καν πώς είναι η ζωή ενός ατόμου με αναπηρία. Βολεμένες κυράτσες που έχουν την ικανότητα να κινούν τα δάχτυλά τους και να πληκτρολογούν χολή, απευθυνόμενες σε άτομα που έχουν ξεπεράσει συμπληγάδες. Άνθρωποι που θεωρούν πώς όσοι τους επιτίθενται πρέπει να πάνε στη Βόρειο Κορέα, διότι "στην Ελλάδα έχουμε δημοκρατία". Άνθρωποι δίχως συναίσθηση, δίχως συναίσθημα, δίχως λογική, δίχως ντροπή. Ξεφτίλα.

Και νόμιζες ότι μετά από τόσα χρόνια στο διαδίκτυο θα είχες συνηθίσει κάπως τη βλακεία και την ηλιθιότητα των ανθρώπων. Νόμιζες ότι θα είχες συνηθίσει τους ανθρώπους που λένε για να λένε. Νόμιζες ότι θα είχες συνηθίσει την κάθε κυράτσα που επειδή τρώει παντόφλα όταν δεν πετυχαίνει το μπιφτέκι, μπαίνει μετά στο fb να το παίξει Παπανούτσος της ιδέας. Νόμιζες ότι θα είχες συνηθίσει την κακία και την ξεφτίλα. Όμως, οι άνθρωποι δεν παύουν να σε εκπλήσσουν...

Ντροπή μας, άσχημε κόσμε. Ξεφτίλα, άσχημε κόσμε...

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Περί έρωτος (το "και άλλων δαιμονίων" μας το έφαγε ο Μάρκες στη στροφή)

Νομίζεις ότι έχεις ενεργό συμμετοχή στην επιλογή; Μιλάνε οι φερομόνες; Μιλάνε τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, τα εκφραστικά μάτια, το θεληματικό πηγούνι; (αυτό που ποτέ δεν κατάλαβα τι εστί θεληματικό πηγούνι είναι άλλο θέμα). Βλέπεις, δηλαδή, έναν άνθρωπο, συναναστρέφεσαι για λίγο μαζί του και, τσουφ, σε χτυπάει το βελάκι του φτερωτού θεού; Νομίζεις ότι σε τραβάνε οι ομοιότητες ή ισχύει ότι τα ετερώνυμα έλκονται; Νομίζεις ότι θα καταλήξω σε κάτι τύπου τεστ, "αν απαντήσεις τέσσερα ναι, τότε είσαι γεννημένος εραστής"; Γελάστηκες. Το πιθανότερο είναι ότι θα αραδιάσω τις σκέψεις κάπως έντεχνα, τύπου "έπαιρνα Α σε όλες τις εκθέσεις στο Proficiency" και θα σε αφήσω με τα ερωτηματικά, γιατί τέτχοια είμαι.

Κάνε ριγουάιντ. Πήγαινε πίσω στον τελευταίο - ας πούμε - έρωτα που έζησες. Προσπάθησε να εντοπίσεις τη στιγμή που συνειδητοποίησες ότι είσαι ερωτευμένος. Τη βρήκες; Οκ. Και τώρα πες μας: Ήταν που διάλεγε προσεκτικά τις λέξεις που θα σε θάμπωναν; Ήταν που πρόσεχε ό,τι έλεγες και το θυμόταν κι έτσι σε έκανε να νιώθεις ότι ενδιαφέρεται κι αυτό το βρήκες γοητευτικό και κολακευτικό; Ήταν που είχατε τόσα κοινά; "Αχ, κι εσένα είναι η αγαπημένη σου ταινία Η Γέφυρα του Ποταμού Κβάι; Πω, τι σύμπτωση! Λίγοι προσέχουν τέτοιες λεπτομέρειες!" "Ψέματα! Έχω διαβάσει το Άνθρωποι και Ποντίκια είκοσι φορές από το νήπιο ως το Λύκειο! Πόσο ταιριάζουμε;!" "Νταξ, σοβαρά τώρα; Με Portishead με νανούριζε η μάνα μου!" Ή μήπως ήταν ότι σου μάθαινε πράγματα που δεν ήξερες και σε συνδυασμό με τα ντάντι ίσουζ σου τον ανέβαζες σε βάθρο και του έπλενες τα πόδια με ροδόνερο; "Καθόλου δε με φόβισε το kite surfing! Ενθουσιάστηκα! Την Τρίτη θα το λέω στα κορίτσια στο κομμωτήριο και δε θα με πιστεύουν!" "Διάβασα την Οδύσσεια του Καζαντζάκη σε δυο μέρες.... Είχες τόσο δίκιο τελικά, δεν κουράζει καθόλου!" "Ναι, τον είχα υποτιμήσει τον Παντελίδη... Έχουν πολύ ρίαλ πόνο τα τραγούδια του. Μου άνοιξες τα μάτια!"

Τι σε γοητεύει, ρε παιδάκι μου; Το ίδιο; Το διαφορετικό; Το πιο πάνω από εσένα; Το υποδεέστερο; Το προσεγμένο; Το ατημέλητο; Το μυαλό σου σου δίνει εντολή "Ερωτεύτηκες" ή το μάτι; Ο συνδυασμός; Τίποτα από όλα αυτά; (Εντάξει, Α μπορεί να μην έπαιρνα στις εκθέσεις του Proficiency, αλλά έχω μεταφράσει πολύ Telemarketing κι αυτό βγαίνει στον κόσμο). 
Ό,τι και να σε γοητεύει θυμάσαι ότι 9 στις 10 φορές κάποια στιγμή ξεθυμαίνει, έτσι; Τελειώνει, πώς το λένε; Πουφ, πάει, gone! Στην εναπομείνασα εκείνη μία στις 10 των περιπτώσεων είναι που μένει κάτι ουσιαστικό, βαθύ, ατέρμωνο, καταπραϋντικό για την ψυχή και το πνεύμα, άρρηκτος δεσμός, καρβουνάκι που χρειάζεται μια μικρή, ανεπαίσθητη σχεδόν σπίθα για να ξανπαπάρει φωτιά και να σε ξανακάψει και πάλι όπως τότε...

Σε κάθε περίπτωση, αν είσαι από τους τυχερούς που αφήνει τον έρωτα να διαβεί το κατώφλι του υπό οποιαδήποτε αφορμή, ζήσε το, απόλαυσέ το, βούτα για μακροβούτι χωρίς αναπνοή, άσε τον να σε κατοικήσει. Είτε τσακισμένος βγεις είτε κερδισμένος, κερδισμένος θα είσαι, το υπογράφω σε λευκό χαρτί. Στην πρώτη περίπτωση, θα καταναλωθούν λίτρα αλκοόλ, θα ανακαλύψεις στίχους από τραγούδια που σου περνούσαν απαρατήρητα, θα λιώσεις, θα κλάψεις, θα βγεις με κολλητούς και θα είσαι ο ξενέρας ο κλαψιάρης ο κολλημένος. Στη δεύτερη περίπτωση, θα είσαι πάντα γεμάτος, δε θα ζητάς επιβεβαίωση από κανέναν, θα έχεις δια βίου σύντροφο ψυχής, η καρδιά σου θα φτερουγίζει πάντα με αφορμές που μόνο δύο αντιλαμβάνονται κι εκτιμούν. Και στις δύο περιπτώσεις, θα γεμίσεις εμπειρίες. Ίσως ο μόνος λόγος για να ζεις.

*Μην ξεχνάς ποτέ, όμως, ότι πρόκειται πράγματι περί "δαιμονίου". Δεν του το χάρισαν του Μάρκες το Νομπέλ, ήξερε τι έγραφε! ;) 

Σάββατο 3 Σεπτεμβρίου 2016

Πάτος

Αν και γνωστό "καβούρι", που ενώ μπορεί να μιλάω ακατάπαυστα, σπάνια μιλάω για τα ουσιώδη ή αυτά που πραγματικά με απασχολούν (απλώς γιατί στρουθοκαμηλίζω), όταν καταφέρω και το κάνω, δεν είναι λίγες οι φορές που θα ακούσω κάτι πραγματικά ουσιώδες. Όπως αυτό που μου είχε πει μια φίλη: "Τι κι αν είσαι στον πάτο; Είναι το καλύτερο σημείο για να δώσεις ώθηση και να ανέβεις". Και αυτή η κουβέντα με έβαλε σε σκέψεις...

Τι διαθέτει ο "πάτος", αν το καλοσκεφτούμε; Διαθέτει άτομα στραπατσαρισμένα, βασανισμένα, πικραμένα, απογοητευμένα. Έχει ένα "απόσταγμα" από δύσκολες εμπειρίες, από εκείνες που, όταν τελικά τις ξεπεράσεις, καταλήγεις λίγο πιο δυνατός. Γιατί είναι γεγονός πως όταν απομακρυνθείς από ένα δύσκολο γεγονός, αυτό φαντάζει πιο μικρό κι εσύ νιώθεις λίγα χιλιοστά ψηλότερος. Γιατί το βίωσες, το πέρασες, το προσπέρασες και τώρα το κοιτάς από μακριά, νικητής πια, σαν άλλο ένα κατόρθωμά σου. Ωστόσο, αδιαμφισβήτητα, όταν είσαι μέσα στην κατάσταση όλα φαίνονται διαφορετικά. Πιο μεγάλα, πιο δύσκολα, και ίσως μερικές φορές και ανυπέρβλητα. 

Ας επιστρέψω, όμως, στον πάτο. Όταν νιώθεις ότι βρίσκεσαι εκεί, θαρρώ πως βοήθεια δεν θα πάρεις από αυτούς που είναι πάνω, έξω από αυτόν και σε κοιτούν. Συχνά με οίκτο, άλλοτε με την ικανοποίηση του "πάλι καλά που δεν είμαι εγώ εκεί". Νομίζω πως η βοήθεια θα έρθει αν τελικά κοιτάξεις πίσω κάποια στιγμή και δεις πόσα εμπόδια έχεις προσπεράσει. Πόσες απογοητεύσεις τελικά υπερπήδησες. Πόσα φαινομενικά καταστροφικά γεγονότα (για την ψυχική σου ασφάλεια και ηρεμία κυρίως) έχεις αφήσει πίσω. Όλα αυτά, βέβαια, έχουν διττό αντίκτυπο. Από τη μία νιώθεις δυνατός που τα έχεις καταφέρει, από την άλλη νιώθεις και κατάκοπος, με βαρίδια που σε τραβούν ακόμα πιο κάτω, βλέποντας ότι οι δυνάμεις σου σε αφήνουν όσο περνούν τα χρόνια. Μήπως τελικά μεγαλώνοντας πέφτεις όλο και πιο συχνά, ακριβώς λόγω αυτού του βάρους παρελθουσών καταστάσεων; Τείνω να καταλήξω πως όλα αυτά είναι σχετικά και ανάλογα με την ευαισθησία του καθενός. Δεν αντιλαμβανόμαστε όλοι τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο. Δεν πονάμε όλοι το ίδιο. Και, σίγουρα, δεν χαιρόμαστε όλοι με τα ίδια πράγματα.

Μαραθώνιος η ζωή. Κι όπως είχα πει πρόσφατα σε κάποιον, οι μαραθωνοδρόμοι φτάνουν κάθιδροι και κατάκοποι στον τερματισμό. Και αυτός ο "τερματισμός" στη ζωή μας είναι το πέρας κάθε εμπειρίας, κάθε κατάστασης, κάθε δυσκολίας. Το μόνο σίγουρο, όπως λέει μια φίλη, είναι ότι και αυτή η δυσκολία κάποια στιγμή θα τελειώσει. Το πιθανότερο, όμως, είναι ότι ήρθε για να μας διδάξει κάτι. Το βέβαιο, κρίνοντας από προσωπική εμπειρία, είναι ότι την ώρα που το περνάς δεν είσαι σε θέση να καταλάβεις αυτό το μάθημα. Πνίγεσαι, ασφυκτιάς και ψάχνεις από κάπου να πιαστείς. 

Σάββατο 20 Αυγούστου 2016

Wannabe δοκίμιο περί... (δεν ξέρω ακόμα, το πσάχνω)...

Το κακό που κάνουν τα so called social media είναι κάτι με το οποίο προφανώς θα καταπιαστεί ο ψυχίατρος/κοινωνιολόγος/ιστορικός/ξερόλας του μέλλοντος. Οι επιπτώσεις τους στη διαμόρφωση προσωπικότητας και χαρακτήρα - αναλόγως πιθανόν και της ηλικίας - είναι, όμως, εμφανείς ήδη. Κι εδώ θα 'ρθω εγώ, η τελευταία τρύπα της φλογέρας, να πω ότι το μεγαλύτερο ποσοστό χρηστών φατσοβιβλίου - που συμπίπτει σαφώς με τον μέσο όρο των ανθρώπων in general - φανερώνει την απελπιστικά απελπισμένη απελπισία του ανθρώπου για προσοχή και επιβεβαίωση. Τι άλλαξε το φατσοβιβλίο; Σου παρέχει μια πλατφόρμα να απλώσεις πάνω τη ματαιοδοξία σου για να συρρεύσουν ορδές φερόντων IQ χαρτοπετσέτας που έχει σκουπίσει μουρουνέλαιο για να επιβεβαιώσουν το είναι σου, την αξία σου, την εξυπάδα σου, την ομορφιά σου, τις γνώσεις σου.

Κι εσύ, εθελοτυφλώντας ότι σε επιβεβαιώνει πλειάδα συνανθρώπων σου, κάνεις ενίσχυση μήκους στο καλάμι που καβαλάς και νομίζεις ότι έπιασες τον παπά από το όσχεο. Μετά, όμως, σηκώνοντας το κεφάλι από το κινητό/λαπτόπι, τρως τη χλέπα της ζωής στα μούτρα και συνειδητοποιείς - ίσως - ότι δεν είσαι η "θεά", "μοντέλο", "couclitsa mou se agapooooooo" και όλα αυτά τα φανταστικοϋπέροχα που διαβάζεις κάτω από τα τσιτάτα και τις φωτογραφίες που αναρτείς. Κι έτσι κοτσάρεις ακουστικά στα αυτιά, σκύβεις πάλι το κεφάλι στο κινητό/λαπτόπι, και συνεχίζεις να ζεις στη θαυμαστή μονομαχία επικράτησης του ηλιθιότερου. Περαστικά μας....

*Τον κανόνα αυτό, βέβαια, επιβεβαιώνουν λαμπρές εξαιρέσεις, ανθρώπων που χρησιμοποιούν το μέσο ίσως για πιο υγιείς λόγους. Αλλά εγώ τώρα φτύνω ολίγη από χολή, δεν θα ευλογήσω γένια. 

Θα επανέλθω με τη συνέχεια του δοκιμίου περί μηδενικού δείκτη (συναισθηματικής) ευφυΐας. 

Δευτέρα 15 Αυγούστου 2016

Περί ευχών...

Να κοιτάς τον ουρανό σα να μην τον έχεις ξαναδεί...

Να ακούς τη βροχή να χτυπάει στο παράθυρο και να βρίσκεις μέσα της τον ρυθμό τραγουδιού που σε ταξιδεύει...

Να διαβάζεις λέξεις γραμμένες από δάχτυλα αγαπημένων σαν να είναι ευαγγέλιο που γράφτηκε για σένα...

Να μοιράζεις την αγάπη σαν ζωγράφος που σημαδεύει τον καμβά με χρώματα και λερώνει τα ρούχα του με τα απομεινάρια...

Να αφήνεις τον πόνο να σε σημαδεύει σαν να φοράς μετάλλιο ανδρείας που τα κατάφερες...

Να νιώθεις τη χαρά να πλημμυρίζει κάθε σου κύτταρο όταν χαμογελαστές ματιές διασταυρώνονται με τις δικές σου...

Να πνίγεσαι στη λύπη όταν βρεθεί στο διάβα σου, να αφήνεσαι να βουλιάζεις σε αυτή σαν σε κινούμενη άμμο...

Να γελάς με γέλιο γάργαρο με τα λάθη σου, πριν πέσεις με τα μούτρα στην αυστηρή αυτοκριτική και τη διόρθωση...

Να παίρνεις βαθιές ανάσες όταν αφήνεσαι στη δίνη των αποφάσεων σαν να βουτάς από ταράτσα χωρίς δίχτυ προστασίας...

Να αφήνεις τον αέρα να σου ανακατεύει τα μαλλιά ενώ εσύ κοιτάς κατάματα τον ήλιο. Υπάρχει δεν υπάρχει...

Να εκτιμάς ό,τι έχεις σαν να ξέρεις ότι θα το χάσεις σύντομα...

Να αφήνεις τις στιγμές να σε διαπερνούν, να σε ποτίζουν, να σε λούζουν...

Να αγκαλιάζεις την αποδοχή σαν το πολυτιμότερο κι ακριβότερο φυλαχτό...

Να αφήνεις πίσω βαλίτσες με βάρη των οποίων το μάθημα διδάχτηκες καλά...

Να κρύβεις στις μοναχικές σκέψεις την αγωνία της αγάπης...

Να λες "δεν ξέρω" χωρίς να ντρέπεσαι...

Να αγγίζεις με τα ακροδάχτυλα και να διαπερνάει η αίσθηση όλο το είναι...

Να διαβάζεις σαν λαίμαργο παιδί...

Να ακούς όσα δεν λένε...

Να είσαι εκεί...

Να ζεις.